DEEPLY INGRAINED in Greek translation

['diːpli ˌin'greind]
['diːpli ˌin'greind]
βαθιά ριζωμένη
βαθιά εδραιωμένα
βαθιά ριζωμένες
βαθιάς ριζωμένης
βαθια χαραγμενα
βαθιά χαραγμένες
ένα βαθιά ριζωμένο

Examples of using Deeply ingrained in English and their translations into Greek

{-}
  • Colloquial category close
  • Official category close
  • Medicine category close
  • Ecclesiastic category close
  • Financial category close
  • Official/political category close
  • Computer category close
From the point of view of vitally necessary work, many deeply ingrained political concepts,
Απ' τη σκοπιά της ζωτικά αναγκαίας εργασίας πολλές βαθιά χαραγμένες έννοιες της πολιτικής,
the harder problem- a condition deeply ingrained in the nature of evolution
το πιο δύσκολο πρόβλημα- μια κατάσταση βαθιά ριζωμένη στη φύση της εξέλιξης
Slovakia's abject failure to address deeply ingrained prejudices within the education system is blighting the future of generations of Romani children from the moment they step into the classroom.”.
Η πλήρης αποτυχία της Σλοβακίας να αντιμετωπίσει προκαταλήψεις βαθιά ριζωμένες στο εκπαιδευτικό σύστημα πλήττει το μέλλον των παιδιών Ρομά από τη στιγμή που μπαίνουν στην αίθουσα διδασκαλίας».
Cancer is, by far the harder problem a condition deeply ingrained in the nature of multicellular life.
Ο καρκίνος είναι, μακράν, το πιο δύσκολο πρόβλημα- μια κατάσταση βαθιά ριζωμένη στη φύση της εξέλιξης και των πολυκύτταρων ζωής.
antisocial personality disorder is a deeply ingrained and enduring behavior pattern, manifesting as an inflexible response to a broad range of personal
η ναρκισσιστική διαταραχή είναι ένα βαθιά ριζωμένο, χρόνιο μοντέλο συμπεριφοράς που εκδηλώνεται ως μια άκαμπτη αντίδραση σε ένα ευρύ φάσμα προσωπικών
These are deeply ingrained and, given recent political developments,
Είναι βαθιά ριζωμένες και, δεδομένων των πρόσφατων πολιτικών εξελίξεων,
Did you genuinely expect you could convince him to change… a deeply ingrained behavior simply with your words?
Πραγματικά περίμενες να τον έπειθες να αλλάξει… μια βαθιά ριζωμένη συμπεριφορά απλά με τα λόγια σου;?
Nevertheless, every decent guy has a deeply ingrained instinct to protect his family- from whatever dangers our modern society presents.
Ωστόσο, κάθε σωστός άνδρας έχει βαθιά ριζωμένο μέσα του το ένστικτο του προστάτη της οικογένειας, από οποιονδήποτε κίνδυνο της σύγχρονης κοινωνίας.
You destroyed them because of the deeply ingrained hereditary human trait to protect one's own genes which in turn triggered a… uh.
Τους κατέστρεψες εξαιτίας της βαθιάς ριζωμένης, ανθρώπινης, κληρονομικής τάσης να προστατεύεις τα ίδια σου τα γονίδια, που με τη σειρά του προκάλεσε.
conviviality are deeply ingrained in the Cypriot psyche,
η ευθυμία είναι βαθιά ριζωμένες στη ψυχή του Κυπρίου,
achievable goals seem to be deeply ingrained in our culture.
επιτεύξιμους στόχους φαίνεται πως είναι βαθιά ριζωμένη στην κουλτούρα μας.
The habits of the market are so deeply ingrained in us, the situation feels like a market transaction.
Οι συνήθειες της αγοράς είναι τόσο βαθιά ριζωμένες σε μας, που η κατάσταση αυτή μας φαίνεται ότι μοιάζει με μια συναλλαγή στην αγορά.
Lie,” by Y. Bhattacharjee, says that“lying has come to be recognized as a deeply ingrained human trait.”.
αναφέρεται ότι«το ψέμα έχει φτάσει στο σημείο να αναγνωρίζεται ως βαθιά ριζωμένο ανθρώπινο χαρακτηριστικό».
its worldview is deeply ingrained in human psychology.
της κοσμοθεωρίας κάποιου είναι βαθιά ριζωμένη στην ανθρώπινη ψυχολογία.
as we have deeply ingrained habits, stemming from our own childhood.
γιατί έχουμε βαθιά ριζωμένες συνήθειες, που πηγάζουν από την παιδική μας ηλικία.
As stated in the article“Why We Lie” by Y. Bhattacharjee,“lying has come to be recognized as a deeply ingrained human trait.”.
Στο άρθρο«Γιατί Λέμε Ψέματα» του Γιουντίτζιτ Μπατατσάρτζι, αναφέρεται ότι«το ψέμα έχει φτάσει στο σημείο να αναγνωρίζεται ως βαθιά ριζωμένο ανθρώπινο χαρακτηριστικό».
One aspect of fairness that is deeply ingrained in American values is opportunity.
Μια πτυχή της έννοιας του δικαίου που είναι βαθιά ριζωμένη στις αμερικανικές αξίες είναι η ευκαιρία.
On the other hand we have the struggle with the widely diffused and deeply ingrained prejudices of the majority of the working population.
Από την άλλη πλευρά, έχουμε τον αγώνα με τις ευρέως διαδεδομένες και βαθιά ριζωμένες προκαταλήψεις της πλειοψηφίας του ενεργού πληθυσμού».
is deeply ingrained into Newport culture and history.
είναι βαθιά ριζωμένη στην κουλτούρα και την ιστορία του Νιούπορτ.
The fourth agreement- Always Do Your Best- is the one that allows the other three agreements to become deeply ingrained habits.
Η Τέταρτη Συμφωνία είναι εκείνη που επιτρέπει στις προηγούμενες τρεις να γίνουν βαθιά ριζωμένες συνήθειες.
Results: 161, Time: 0.0423

Word-for-word translation

Top dictionary queries

English - Greek