ΕΛΆΧΙΣΤΗ - μετάφραση στα Τούρκικος

minimum
ελάχιστη
τουλάχιστον
ελάχιστα
asgari
ελάχιστη
κατώτατο
ελάχιστα
μίνιμουμ
düşük
χαμηλή
μικρή
ελάχιστη
επιτύχουν
μειωμένη
minimal
ελάχιστη
ελάχιστα
μίνιμαλ
μικρή
çok az
σπάνια
ίσα
τόσος λίγος
πολύ λίγα
είναι ελάχιστες
τόσο λίγα
πολύ μικρή
είναι ελάχιστα
πολλοί λίγοι
ufak
έχω
μικρό
λίγη
μικροσκοπικά
παραμικρή
ασήμαντο
minimumdur
ελάχιστη
τουλάχιστον
ελάχιστα
minimumda
ελάχιστη
τουλάχιστον
ελάχιστα

Παραδείγματα χρήσης Ελάχιστη στα αγγλικά και οι μεταφράσεις τους στα ρωσικά

{-}
  • Colloquial category close
  • Ecclesiastic category close
  • Computer category close
Η εγκληματικότητα είναι ελάχιστη.
Suç oranı çok azdır.
Αλλά υπάρχει ελάχιστη αποσύνθεση.
Çürümediğine eminim. Ancak ufak bozulmalar var.
Ελάχιστη διαταραχή ανέμων.
Rüzgar değişimi minimumda.
Η ποσότητα της τροφής ήταν ελάχιστη.
Gıda miktarı çok azdı.
Επί πέντε μήνες, με ελάχιστη τροφή, πέρασαν αυτό το μαρτύριο.
Ay boyunca çok az yemek verdiler, ama işkence sürekli yapılıyordu.
Οι συμπυκνωμένες τροφές περιέχουν μεγάλη ποσότητα πρωτεΐνης και ελάχιστη ποσότητα νερού.
Sebzeler bol miktarda su içerir ve protein miktarları azdır.
Η απώλεια αίματος είναι ελάχιστη.
Kan kaybı minimumda.
Η συμβολή μου ήταν ελάχιστη.
Benim katkım çok azdı.
Ωστόσο, ελάχιστη πρόοδος έχει καταγραφεί.
Ancak çok az ilerleme kaydedildi.
Η πιθανότητα επανάληψης είναι ελάχιστη.
Ne de olsa tekrarlanma ihtimali azdır.
Ελάχιστη σωματική δραστηριότητα.
Çok az fiziksel aktivite yapmak.
Η σωματική άσκηση είναι ελάχιστη.
Fizikte başarı çok azdır.
Απαιτεί ελάχιστη προετοιμασία της επιφάνειας.
Alt yüzey hazırlığına çok az ihtiyaç duyulur.
Η απόσταση ανάμεσα τους είναι ελάχιστη….
Aralarındaki mesafe çok azdır….
Διαφορετικά, απαιτείται ελάχιστη συντήρηση από τον χρήστη.
Aksi takdirde, kullanıcıdan çok az bakım gereklidir.
Η αρχική επένδυση είναι ελάχιστη.
İlk başta yapılan yatırım çok azdır.
Στην περίπτωση του διαβήτη τύπου 1 ινσουλίνη δεν παράγεται, είτε παράγεται σε ελάχιστη ποσότητα.
Tip1 diyabet hastalığında insülin hormonu hiç üretilemez veya çok az miktarda üretilir.
Ο κίνδυνος της αλλεργικής αντίδρασης είναι ελάχιστη.
Alerjik reaksiyon riski çok azdır.
Την ελάχιστη ανθρώπινη παρέμβαση.
İnsan müdahalesi çok az.
Μερικοί είχαν ελάχιστη ή μη επίσημη εκπαίδευση.
Bu çocuklar eğitimsiz veya çok az eğitimliydi.
Αποτελέσματα: 1566, Χρόνος: 0.0503

Ελάχιστη σε διαφορετικές γλώσσες

Κορυφαία ερωτήματα λεξικού

Ελληνικά - Τούρκικος