ΣΚΈΦΤΗΚΑ - μετάφραση στα Τούρκικος

düşündüm
να πιστεύω
να σκέφτομαι
σκέψη
σκέψου
να νομίζουμε
να φανταστώ
düşünüyordum
σκεφτόμουν
νόμιζα
σκέφτηκα
πίστευα
έλεγα
σκεφτομουν
aklıma
μυαλό
λογική
σοφία
διάνοια
νοημοσύνη
ψυχική
πνευματική
νους
σκέψεις
σκέφτηκες
düşünmüştüm
να πιστεύω
να σκέφτομαι
σκέψη
σκέψου
να νομίζουμε
να φανταστώ
düşünmemiştim
να πιστεύω
να σκέφτομαι
σκέψη
σκέψου
να νομίζουμε
να φανταστώ
düşünmedim
να πιστεύω
να σκέφτομαι
σκέψη
σκέψου
να νομίζουμε
να φανταστώ
aklımdan
μυαλό
λογική
σοφία
διάνοια
νοημοσύνη
ψυχική
πνευματική
νους
σκέψεις
σκέφτηκες
aklımda
μυαλό
λογική
σοφία
διάνοια
νοημοσύνη
ψυχική
πνευματική
νους
σκέψεις
σκέφτηκες
akıl
μυαλό
λογική
σοφία
διάνοια
νοημοσύνη
ψυχική
πνευματική
νους
σκέψεις
σκέφτηκες

Παραδείγματα χρήσης Σκέφτηκα στα αγγλικά και οι μεταφράσεις τους στα ρωσικά

{-}
  • Colloquial category close
  • Ecclesiastic category close
  • Computer category close
Σε σκέφτηκα.
Aklımdan sen geçtin.
Αφεντικό, δεν το σκέφτηκα.
Patron, akıl edemedim.
Σκέφτηκα πολύ γι αυτό το μαγαζί.
Aklımda mağazacılıktan çok inşaatçılık vardı.
Ήταν ο ήρωάς μου, ποτέ δεν σκέφτηκα να γίνω κάτι άλλο.
Benim kahramanımdı. Başka bir şey olmayı hiç düşünmedim.
Και ποτέ δεν σκέφτηκα ότι θα ενδιαφερόμουν στις πισίνες, αλλά στη συνέχεια βρήκα αυτά.
Ve yüzme havuzlarına ilgim olacağını hiç düşünmemiştim. Ama sonra bunları buldum.
Ποτέ δεν σκέφτηκα, ότι ο Γιάνγκ θα έρχονταν σε μας.
Yangın üstümüze geleceği hiç aklıma gelmezdi.
Σκέφτηκα ότι όντας δικηγόρος διαζυγιων θα επηρρεαζόμουν στις σχέσεις μου, αλλά μετά γνώρισα εσένα.
Boşanma avukatı olduğum için ilişkilerden soğuduğumu düşünüyordum. Sonra seninle tanıştım.
Δεν ξέρω τι σκέφτηκα.
Aklımdan ne geçiyordu bilmiyorum.
Σκέφτηκα… Myrtle κέικ.
Aklımda Myrtle Keki var.
Aπλώς τo σκέφτηκα.
Sadece akıl yürüttüm.
Σαν παίκτης ποτέ δεν σκέφτηκα ότι τα 82 παιχνίδια ήταν θέμα.
Oyuncuyken, asla 82 maçın sorun olacağını düşünmemiştim.
Μάκο όλα αυτά τα χρόνια ζούσα στο παρελθόν. Δε σκέφτηκα ποτέ το μέλλον.
Mako, bunca yıl hep geçmişte yaşadım ve geleceği hiç düşünmedim.
Αυτό ήταν το πρώτο πράγμα που σκέφτηκα όταν είδα το μανιτάρι.
O mantar bulutu gördüğümde aklıma ilk gelen oydu.
Στην αρχή όπως κι εσύ σκέφτηκα ότι ήταν χάσιμο χρόνου. Αλλά ύστερα.
Ilk başta, senin gibi zaman kaybı olduğunu düşünüyordum ama sonra.
Μόλις σκέφτηκα βανίλια και κουνάβια!
Az önce aklımdan vanilya ve kokarca geçti!
Σκέφτηκα κάτι, αλλά είναι τρελό!
Aklımda bir şey var ama çılgınca!
Συγγνώμη, ήταν χαζό, δεν το σκέφτηκα.
Özür dilerim. Aptallık etmişim. Onu akıl edemedim.
Δεν ξέρω γιατί δεν σκέφτηκα να της δώσω μια πουκαμίσα μου.
Ona giysilerimden birini giydirmeyi neden düşünmedim bilmem.
Αυτό είναι το πρώτο πράγμα που σκέφτηκα όταν η ζωή μου κατέρρεε.
Hayatım alt-üst olduğunda ilk aklıma gelen bu oldu.
Μόλις σκέφτηκα ότι η σάλτσα σοκολάτας είναι διάρροια!
Az önce aklımdan ishal kıvamında bir çikolata sosu geçti!
Αποτελέσματα: 6263, Χρόνος: 0.0647

Σκέφτηκα σε διαφορετικές γλώσσες

Κορυφαία ερωτήματα λεξικού

Ελληνικά - Τούρκικος