ΑΠΕΡΙΌΡΙΣΤΟΣ in English translation

unlimited
απεριόριστη
το unlimited
όρια
ανεξάντλητες
limitless
απεριόριστος
ατελείωτες
άπειρες
ανεξάντλητη
όρια
απέραντη
χωρίς περιορισμούς
απεριορίστων
infinite
απείρου
απείρων
άπειρο
απεριόριστη
ατελείωτες
απέραντη
ανεξάντλητη
το infinite
το άπειρο
του απείρου
boundless
απεριόριστη
απέραντη
άπειρη
ανεξάντλητη
όρια
αστείρευτη
ατελείωτη
unbounded
απεριόριστος
άπειρη
όρια
απέραντης
χωρίς περιορισμούς
unrestricted
απεριόριστη
ανεμπόδιστη
ελεύθερη
απρόσκοπτη
περιορισμούς
endless
τέλος
ατέρμονα
ατελείωτες
απέραντο
απεριόριστες
άπειρες
αμέτρητες
ατέρμονη
ανεξάντλητες
αστείρευτη
unconditional
ανεπιφύλακτης
ανεπιφύλακτη
ανιδιοτελή
απεριόριστη
απόλυτη
όρους
χωρίς προϋποθέσεις
αμέριστη
ανεπιφύλακτες
αδιαπραγμάτευτη
immeasurable
ανυπολόγιστη
ανεκτίμητη
αμέτρητη
τεράστια
απροσμέτρητο
απέραντη
άπειρη
απεριόριστη
άμετρο
απροσμέτρητες

Examples of using Απεριόριστος in Greek and their translations into English

{-}
  • Colloquial category close
  • Official category close
  • Medicine category close
  • Ecclesiastic category close
  • Financial category close
  • Official/political category close
  • Computer category close
Απεριόριστος πόλεμος στον Β'ΠΠ.
Unrestricted Warfare in WW2.
Απεριόριστος χρόνος.
Limitless time.
Ο χώρος της ζωής μας δεν είναι ούτε συνεχόμενος, ούτε απεριόριστος, ούτε ομοιογενής, ούτε ισότροπος.
The space of our life is neither continuous nor infinite, homogeneous, isotropic.
έχει χορηγηθεί στην καταστροφική και ανεύθυνη ελευθερία απεριόριστος χώρος.
irresponsible freedom has been granted boundless space.
Ο"χρόνος" που αντιπροσωπεύει το Aion είναι απεριόριστος.
The time represented by Aion is unbounded.
Αν σκέπτεσαι ότι ο θεός είναι απεριόριστος.
Understand that if God is unconditional.
Υπάρχει ένας σχεδόν απεριόριστος αριθμός πιθανών συνδυασμών.
There is a near endless number of possible combinations.
Απεριόριστος αριθμός της TV/ραδιο καταλόγου καναλιών.
Unlimited number of TV/ radio channel list.
Και απεριόριστος σε δύναμη και σε ειρήνη.
And limitless in power and in peace.
Έχει χορηγηθεί στην καταστροφική και ανεύθυνη ελευθερία απεριόριστος χώρος.
Destructive and irresponsible freedom has been granted boundless space.
Ο χρόνος της ζωής του στο μέλλον είναι απεριόριστος.
His lifetime in the future is unbounded.
Υπάρχουν ισχυρισμοί από τους ιερα- ποστόλους μας, στον ποταμό της Σενεγάλης πως στην περιοχή υπάρχει απεριόριστος πλούτος.
Missionaries to the Senegal River say there is immeasurable wealth there.
ο χρόνος είναι ουσιαστικά απεριόριστος.
time is essentially infinite.
ακόμα η εξουσία του σεβαστού αυτού τύπου δεν είναι απεριόριστος.
the realm of this respectable formula is not unrestricted.
αρκετά στην ανίχνευση) και απεριόριστος υποθέτει την απάντηση.
enough to detection) and Unconditional assume response.
Απεριόριστος αριθμός προϊόντων και φωτογραφιών.
Unlimited number of products and photos.
Σχεδόν απεριόριστος 1000 MB χώρος δίσκου.
Almost endless 1000 MB disk space.
Έξω απ' το εγώ μου, ο κόσμος είναι απεριόριστος.
Outside my“I”, the world is limitless.
Αυτό γιατί ο Φα είναι απεριόριστος.
This is because the Buddha Fa is boundless.
ΣΤ Ο αριθμός των Τακτικών μελών του σωματείου είναι απεριόριστος.
The number of the corporation's Regular members is infinite.
Results: 797, Time: 0.0401

Απεριόριστος in different Languages

Top dictionary queries

Greek - English