ΒΟΎΛΗΣΗ in English translation

will
βούληση
θέληση
θα το
willingness
προθυμία
βούληση
θέληση
επιθυμία
ετοιμότητα
πρόθεση
προθυµία
πρόθυμος
διάθεσή
desire
επιθυμία
θέληση
πόθος
βούληση
όρεξη
λαχτάρα
ευχή
θέλω
επιθυμούν
volition
βούληση
θέληση
πρωτοβουλία
την προαίρεσή
τις προθέσεις τους
intention
πρόθεση
σκοπός
στόχος
βούληση
πρόθεσής
επιδίωξη
σκοπεύω
προτίθεται
wish
επιθυμία
εύχομαι
ευχή
θέλω
ευχήσου
επιθυμούν
determination
αποφασιστικότητα
προσδιορισμός
αποφασιστικότητά
καθορισμός
απόφαση
βούληση
διαπίστωση
θέληση
επιμονή
willpower
θέληση
βούληση
δύναμη της θέλησης
δύναμη της θέλησής
willing
βούληση
θέληση
θα το
wishes
επιθυμία
εύχομαι
ευχή
θέλω
ευχήσου
επιθυμούν
wills
βούληση
θέληση
θα το
desired
επιθυμία
θέληση
πόθος
βούληση
όρεξη
λαχτάρα
ευχή
θέλω
επιθυμούν
intentions
πρόθεση
σκοπός
στόχος
βούληση
πρόθεσής
επιδίωξη
σκοπεύω
προτίθεται
wished
επιθυμία
εύχομαι
ευχή
θέλω
ευχήσου
επιθυμούν

Examples of using Βούληση in Greek and their translations into English

{-}
  • Colloquial category close
  • Official category close
  • Medicine category close
  • Ecclesiastic category close
  • Financial category close
  • Official/political category close
  • Computer category close
Η βούληση των συντακτών της Συμβάσεως.
The intention of the authors of the Convention 2.
Η βούληση του νομοθέτη.
The willingness of the legislator.
Ελεύθερη βούληση και τη φαντασία σας θα ελευθερώσει εσωτερικό εγώ σας.
Your free will and imagination will liberate your inner ego.
Μπορούμε μόνο να παρατηρήσουμε ότι δεν αφαίρεσε από τον εαυτό του τη βούληση.
We can only observe that he did not divest himself of volition.
Αυτή είναι και η βούληση μου και υπόσχεση.
This is both my desire and a promise.
Roll-up blinds μπορεί να μειωθεί ή να αυξηθεί κατά βούληση.
Roll-up blinds can be lowered or raised at wish.
Μπλε- συμβολίζει τη βούληση του αρμενικού λαού να ζήσει κάτω από ειρηνικό ουρανό και.
The blue stands for the Armenian people's determination to live under peaceful skies.
Βούληση να παίρνουν δύσκολες αποφάσεις.
A willingness to make hard decisions.
Αντιθέτως, σέβονται τη βούληση των πελατών τους.
On the contrary, they respect the will of their clients.
Πρέπει να δημιουργήσει βούληση μέσα του.
I have to create the desire in him.
Όλες οι δίαιτες συνεπάγονται ένα σχέδιο διατροφής και τη βούληση να επιμείνουμε.
All diets imply a nutrition plan and willpower to stick to.
Μην ενεργήσετε με δική σας βούληση.
Do not act on your own volition.
Φιλόσοφοι και επιστήμονες καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι η βούληση ήταν και είναι πάντα ελεύθερη.
Philosophers and scientists conclude that the intention was and is always free.
Η βούληση για καλό θα μετατραπεί σίγουρα σε εφιάλτη και ολοκληρωτισμό.
Willing and pursuing the good inevitably turns into the nightmare of totalitarianism.
Το πρόβλημα με τον συγκεντρωτισμό είναι η πολιτική βούληση.
The problem with centralism is political willingness.
Δεν υπάρχει μοίρα, ούτε ελεύθερη βούληση.
There is neither fate nor free will.
Θέλω να ελπίζω πως υπάρχει μια τέτοια βούληση.
I hope that he has such a desire.
Απλά θέλω να σας υπενθυμίσω ότι είστε εδώ τη δική σας βούληση.
I just wanna remind you that you're here of your own volition.
Ο Μεταξάς είχε και σχέδιο και βούληση για αντιπαράθεση.
Priscilla had a plan and determination to spare.
Η προσκόλληση σε ένα χρονοδιάγραμμα σημαίνει ότι δεν χρειάζεται να βασίζεστε στη βούληση.
Sticking to a schedule means you don't have to rely on willpower.
Results: 11729, Time: 0.0952

Βούληση in different Languages

Top dictionary queries

Greek - English