ΕΠΊΤΕΥΞΗ in English translation

achievement
επίτευξη
επίτευγμα
επιτυχία
κατόρθωμα
επίτευγμά
επίδοση
κατάκτηση
πραγμάτωση
attainment
επίτευξη
κατάκτηση
επίτευγμα
πραγματοποίηση
υλοποίηση
απόκτηση
επίπεδο
πραγμάτωση
επιδόσεις
επίτευξής
accomplishment
επίτευγμα
επίτευξη
επιτυχία
εκπλήρωση
ολοκλήρωση
κατόρθωμα
επίτευγμά
της επίτευξής τους
κατόρθωμά
pursuit
επιδίωξη
αναζήτηση
άσκηση
καταδίωξη
κυνήγι
επίτευξη
επιδίωξή
ενασχόληση
κυνηγητό
προσπάθειά
achieving
επίτευξη
επιτυγχάνουν
επιτύχει
πετυχαίνουν
να καταφέρουμε
να κατορθώσει
καταφέρει
reaching
εμβέλεια
προσιτότητα
επίτευξη
φτάστε
φτάνουν
φθάνουν
να επιτύχουν
καταλήξουν
να βρω
προσεγγίστε
attaining
επίτευξη
επιτύχουν
επιτυγχάνουν
αποκτούν
φτάσει
φθάνουν
κατακτούν
να φθάση
πετυχαίνουν
meeting
συνάντηση
συναντιούνται
πληρούν
γνωρίστε
ανταποκρίνονται
καλύπτουν
ικανοποιούν
να εκπληρώσει
accomplishing
επίτευξη
να κάνει
επιτύχει
ολοκληρώσει
να εκπληρώσει
πετύχετε
επιτυγχάνουν
επιτελέσει
πραγματοποιήσει
καταφέρεις
delivering
παράδοση
παροχή
ρύσαι
παραδώσει
παρέχουν
προσφέρουν
αποδίδουν
δώσει
μεταφέρουν
αποφέρουν

Examples of using Επίτευξη in Greek and their translations into English

{-}
  • Colloquial category close
  • Official category close
  • Medicine category close
  • Ecclesiastic category close
  • Financial category close
  • Official/political category close
  • Computer category close
Η επίτευξη της ικανοποίησης των καταναλωτών είναι ο σκοπός της εταιρείας μας χωρίς τέλος.
Attaining consumer satisfaction is our company's purpose without end.
Επίτευξη συμφωνίας πριν το τέλος του 2012.
Reaching agreement by the end of 2012.
Ο πρωταρχικός λόγος για την επίτευξη αυτού του αποτελέσματος είναι η εμπιστοσύνη.
The primary reason for attainment of this result is trust.
Επίτευξη υψηλού βαθμού σταθερότητας τιμών.
The achievement of a high degree of price stability.
Την επίτευξη των επενδυτικών σας στόχων.
Meeting their investment objectives.
Και η επίτευξη αυτού με μπαταρία-ηλεκτρική τεχνολογία είναι η πρόκληση.
And achieving that with battery-electric technology is the challenge.
Η επίτευξη αυτών των στόχων ενισχύεται από.
The accomplishment of these objectives is beefed up by.
Επίτευξη βιώσιμων δημόσιων οικονομικών για στήριξη ανάπτυξης και απασχόλησης.
Delivering sustainable public finances that support growth and jobs.
Κατασκευάστε το κάστρο από την επίτευξη του στόχου σε κάθε επίπεδο.
Construct the castle by attaining the target in each level.
Για την επίτευξη των επιχειρηματικών μας σκοπών.
Accomplishing our business purposes.
Επίτευξη μιας επιστημονικής κατανόησης των αρχών του πετάγματος των πουλιών.
Reaching a scientific understanding of the principles of bird flight.
Η επίτευξη αυτών των στόχων είναι επίσης προς το κοινό μας συμφέρον.
Meeting these goals is in all our interests.
Επίτευξη πρωτογενούς πλεονάσματος, και.
The attainment of a primary surplus, and.
Επιτυχία σημαίνει επίτευξη του σκοπού.
Success means the achievement of a goal.
Η επίτευξη και η διατήρηση της ισορροπίας είναι στόχος ζωής.
Achieving and maintaining balance is the goal of life.
Για την επίτευξη της ειρήνης στο Βιετνάμ.
The pursuit of peace in Vietnam.
Την επίτευξη, εγγύηση και διαρκή βελτίωση των καθορισμένων επιπέδων ασφαλείας.
Attaining, guaranteeing and constantly improving the defined safety levels.
Το δυναμικό της ηλεκτροδότησης για την επίτευξη σημαντικών αποταμιεύσεων αξίζει επίσης να εξεταστεί σοβαρά.
The potential of electrification for delivering significant savings deserves serious consideration too.
Την επίτευξη αποδοτικών και αξιόπιστων λύσεων πληροφορικής.
Accomplishing efficient and reliable information technology solutions.
Επίτευξη της αποστολής αυτής.
The accomplishment of this mission.
Results: 26711, Time: 0.0696

Top dictionary queries

Greek - English