Examples of using Θα αποκτήσει in Greek and their translations into English
{-}
-
Colloquial
-
Official
-
Medicine
-
Ecclesiastic
-
Financial
-
Official/political
-
Computer
Μια λέξη που θα αποκτήσει μια καινούργια και φρικιαστική έννοια.
Το μπλοκ θα αποκτήσει σταθερότητα, αν και θα προσθέσει κονίαμα μεταξύ των μπλοκ.
Κατά συνέπεια η μετανάστευση από τρίτες χώρες εκτός Ε.Ε. θα αποκτήσει ακόμη μεγαλύτερη βαρύτητα.
Και τότε η Ευρώπη θα αποκτήσει κρύα δάχτυλα ποδιών.
Ο νικητής θα αποκτήσει«μαξιλαράκι».
Η επιχείρηση σας θα αποκτήσει αξιοπιστία έχοντας μια ιστοσελίδα.
Η Mazda θα αποκτήσει μερίδιο της τάξης του 0,25% του ανταγωνιστή της.
Εάν η Τουρκία ενταχθεί στο πρόγραμμα αυτό, θα αποκτήσει μεγαλύτερη σημασία", δήλωσε ο Crosseto.
Παράλληλα τα δικά της mall θα αποκτήσει η πόλη.
Η Πάτρα σύντομα θα αποκτήσει γήπεδο τένις.
Ο Μπεργκ θα αποκτήσει το δικό του γήπεδο.
Το σώμα σου με αυτό το τρόπο θα αποκτήσει τη προηγούμενη θερμοκρασία.
Μετά από αυτό, η ζωή σας θα αποκτήσει διαφορετική απόχρωση.
Η επικοινωνία με τους άλλους θα αποκτήσει άλλο ενδιαφέρον.
Η Cleo θα αποκτήσει έναν μικρό αδερφό!!!
Θα αποκτήσει παγκόσμια δύναμη.
Μέσα σε αυτήν θα αποκτήσει εμπειρία.
Και τότε το παλιόπαιδο θα αποκτήσει όνομα.
Η φαινομενικά σταθερή πορεία του χρέους θα αποκτήσει ένα εντελώς διαφορετικό σχήμα.
το υγρό θα αποκτήσει μια θαμπή εμφάνιση.