ΚΕΡΔΊΖΟΥΝ ΠΕΡΙΣΣΌΤΕΡΑ in English translation

earn more
κερδίζουν περισσότερα
κερδίζουν περισσότερο
βγάζουν περισσότερα
να αποκτήσετε περισσότερα
περισσότερα κέρδη
make more
κάνουν περισσότερα
κάνουν πιο
βγάζουν περισσότερα
κερδίζουν περισσότερα
να κάνει μεγαλύτερη
η δημιουργία περισσότερων
παράγουν περισσότερα
να καταστήσει πιο
δημιουργήσει περισσότερες
να κάνει περισσότερο
win more
κερδίστε περισσότερα
να κερδίσετε περισσότερο
να κερδίσετε πιο
περισσότερο τη νίκη
να κατακτήσει περισσότερα
κερδίστε πάνω
get more
παίρνουν περισσότερα
αποκτήστε περισσότερα
γίνονται πιο
λάβετε περισσότερες
μάθετε περισσότερα
να πάρει πιο
λήψη περισσότερων
δείτε περισσότερες
πάρει περισσότερο
βρείτε περισσότερες
more remunerative
κερδίζουν περισσότερα
πιο αποδοτικό
earning more
κερδίζουν περισσότερα
κερδίζουν περισσότερο
βγάζουν περισσότερα
να αποκτήσετε περισσότερα
περισσότερα κέρδη
earned more
κερδίζουν περισσότερα
κερδίζουν περισσότερο
βγάζουν περισσότερα
να αποκτήσετε περισσότερα
περισσότερα κέρδη
earns more
κερδίζουν περισσότερα
κερδίζουν περισσότερο
βγάζουν περισσότερα
να αποκτήσετε περισσότερα
περισσότερα κέρδη
earn the most
are receiving more

Examples of using Κερδίζουν περισσότερα in Greek and their translations into English

{-}
  • Colloquial category close
  • Official category close
  • Medicine category close
  • Ecclesiastic category close
  • Financial category close
  • Official/political category close
  • Computer category close
Οι κάτοχοι πτυχίων συνήθως κερδίζουν περισσότερα χρήματα.
Degree holders typically earn more money as well.
Οι εργάται τεχνίται κερδίζουν περισσότερα.
If the artists earn more.
Κάποιοι εργάζονται λιγότερο και κερδίζουν περισσότερα.
There are other people who work less and earn more.
Αν οι φίλοι σας κερδίζουν περισσότερα χρήματα από εσάς.
And if your spouse makes more money than you.
Κερδίζουν περισσότερα αλλά και τα πράγματα, τα προϊόντα, γίνονται πιο ακριβά.
They earn more but everything is more expensive.
Παίρνουν λιγότερα ρίσκα, κερδίζουν περισσότερα χρήματα στην εργασία
You take fewer risks, you earn more money at work
Οι νεαρές γυναίκες κερδίζουν περισσότερα από τους νέους άνδρες.
Young women are earning more than young men.
Κερδίζουν περισσότερα από τις εξαγωγές τους απ' ότι δαπανούν για να εισάγουν.
They earn more from exports than what they spent for imports.
Περισσότεροι άνθρωποι κερδίζουν περισσότερα χρήματα.
More people are making more money.
Οι εργαζόμενοι κερδίζουν περισσότερα στο Κοσσυφοπέδιο.[Reuters].
Workers are earning more in Kosovo.[Reuters].
Κερδίζουν περισσότερα χρήματα.
They earn more money.
Μόνο εκείνοι που κερδίζουν περισσότερα διατηρούν κάποια.
Those who gain more retain any.
Ορισμένες από τις θυγατρικές μας κερδίζουν περισσότερα από$ 500/ μήνα.
Some of our affiliates are earning more than $500/month.
Παίρνουν λιγότερα ρίσκα, κερδίζουν περισσότερα χρήματα στην εργασία
Men take less risks, you earn more money at work
Περίπου το 10% των ατόμων που διακόπτουν το κάπνισμα κερδίζουν περισσότερα από 14 κιλά.
Less than 4 percent of those who quit smoking gain more than 20 pounds.
Αυτό σημαίνει ότι κερδίζουν περισσότερα.
This means that you earn more.
Αυτό σημαίνει ότι κερδίζουν περισσότερα.
Which means they earn more.
Μερικοί από τους πλουσιότερους ανθρώπους της Αμερικής κερδίζουν περισσότερα χρήματα σε μια ώρα από ότι άλλοι θα δουν ποτέ στη ζωή τους.
Some of America's richest people make more money in one hour than others would ever see in their lifetime.
Η δημοσκόπηση έδειξε ακόμα πως όταν οι γυναίκες κερδίζουν περισσότερα χρήματα, αναλαμβάνουν και τους λογαριασμούς του σπιτιού.
Because other research shows that when women make more money, they also take on more household responsibilities.
Οι παίκτες που κρατούν την ομάδα τους συγκεντρωμένη κερδίζουν περισσότερα παιχνίδια. Οι παίκτες που τσακώνονται διαρκώς, σαμποτάρουν τον εαυτό τους.
Players who keep their team focused win more games- players who fight fire with fire sabotage their own chances at winning..
Results: 222, Time: 0.0361

Word-for-word translation

Top dictionary queries

Greek - English