Examples of using Τρεμάμενα in Greek and their translations into English
{-}
-
Colloquial
-
Official
-
Medicine
-
Ecclesiastic
-
Financial
-
Official/political
-
Computer
Μα καλά, ένας χειρουργός με τρεμάμενα χέρια;
Εισπνέει τρεμάμενα.
Άνοιξε τον φάκελο με τρεμάμενα χέρια.
Με τρεμάμενα δάχτυλα το άνοιξε.
Είναι όλα γραμμένα εδώ με μελάνι και τρεμάμενα γράμματα.
Με τρεμάμενα δάχτυλα το άνοιξε.
Αγόρι πήρε τρεμάμενα χέρια.
Με τρεμάμενα χέρια χτύπησα την πόρτα.
Τρεμάμενα χέρια.
Τα διάβασα με τρεμάμενα χέρια.
Τρεμάμενα και ασταθή βήματα των ψευδαισθήσεων δεν τα χρησιμοποιούμε σήμερα.
Η Λένα έκλεισε την πόρτα με τρεμάμενα χέρια.
Ως εκ τούτου,". Τρεμάμενα χέρια".
Τα όνειρά μου σβήνουνε πάλι σαν τρεμάμενα κεριά.
Με τα χέρια τρεμάμενα.
Της το έδωσε με τρεμάμενα χέρια.
Εκείνη βγάζει το κορσάζ με τρεμάμενα χέρια.
Η βασίλισσα πείρε το γράμμα με τρεμάμενα χέρια.
Ο Μοζίκ κρατά ένα πακέτο στα τρεμάμενα χέρια του.
Ο Mojique κρατάει ένα δέμα στα τρεμάμενα χέρια του.