Examples of using Πάω πίσω in Greek and their translations into English
{-}
-
Colloquial
-
Official
-
Medicine
-
Ecclesiastic
-
Financial
-
Official/political
-
Computer
Όταν εγώ πάω πίσω, κάνεις το αντίθετο.
μετά εγώ πάω πίσω στο παρελθόν.
Όταν πάει μπροστά, πάω πίσω.
Πάω πίσω τώρα.
Πάω πίσω στον αχυρώνα να εργαστώ.
Πάω πίσω να τα φτιάξω όλα.
Εντάξει. Θα πάω πίσω.
Αρχίζω λοιπόν από σήμερα και πάω πίσω.
Πάω πίσω να δουλέψω.
Πάω πίσω στην Karen.
Πάω πίσω στην πόλη.
Πάω πίσω στο νοσοκομείο.
Εντάξει, λοιπόν θα πάω πίσω στην τάξη.
Πάω πίσω στο ξενοδοχείο.
Πάω πίσω στο Λονδίνο.
Πάω πίσω στο ξενοδοχείο.
Πάω πίσω στον διάδρομο.
Πάω πίσω για τον υπόλοιπο θησαυρό.
Πάω πίσω στη γέφυρα.
Πάω πίσω.