ΤΑΥΤΌΤΗΤΑ in English translation

identity
ταυτότητα
ταυτοποίηση
identification
αναγνώριση
ταυτοποίηση
ταύτιση
ταυτοποίησή
εξακρίβωση
ταύτισή
προσδιορισμό
εντοπισμό
ταυτότητας
αναγνωριστικό
card
κάρτα
χαρτί
φύλλο
δελτίο
identify
προσδιορισμός
αναγνώριση
εντοπίστε
να ταυτοποιήσουμε
ταυτοποίηση
να ταυτοποιήσει
προσδιορίστε
εντοπίζουν
αναγνωρίζουν
εντοπισμό
ID
ταυτότητα
η id
αναγνωριστικό
προεγώ
ιντ
αναγνώρισε
αυτόθι
με id
I.D
id
ταυτότητα
η id
αναγνωριστικό
προεγώ
ιντ
αναγνώρισε
αυτόθι
με id
identities
ταυτότητα
ταυτοποίηση
ids
ταυτότητα
η id
αναγνωριστικό
προεγώ
ιντ
αναγνώρισε
αυτόθι
με id
identified
προσδιορισμός
αναγνώριση
εντοπίστε
να ταυτοποιήσουμε
ταυτοποίηση
να ταυτοποιήσει
προσδιορίστε
εντοπίζουν
αναγνωρίζουν
εντοπισμό
identifying
προσδιορισμός
αναγνώριση
εντοπίστε
να ταυτοποιήσουμε
ταυτοποίηση
να ταυτοποιήσει
προσδιορίστε
εντοπίζουν
αναγνωρίζουν
εντοπισμό

Examples of using Ταυτότητα in Greek and their translations into English

{-}
  • Colloquial category close
  • Official category close
  • Medicine category close
  • Ecclesiastic category close
  • Financial category close
  • Official/political category close
  • Computer category close
Η ταυτότητα λέει ότι το θύμα ήταν ο Γουώλτερ Κρέιν.
The ID says the victim was Walter Crane.
Χρειάζομαι μία ταυτότητα, ΜακΓκί, τώρα.
I need an I.D., McGee, now.
Ευρωπαϊκή επαγγελματική ταυτότητα(ΕΕΤ).
European professional card(EPC).
Ώστε δεν έκρυβε μόνο την ταυτότητα του, αλλά και την προσωπικότητα του.
So he wasn't hiding just his identify but also his personality.
Η ταυτότητα του προφίλ σας στο Google.
The identity of your Google profile.
Την ταυτότητα Σοβιετικών πρακτόρων στη χώρα…".
And identities of Soviet agents in your country.
Πέρασε.'Εχε την ταυτότητα έτοιμη για την Ασφάλεια παρακάτω.
Go ahead. Have your IDs ready for security up ahead.
Ταυτότητα του έργου: Γενικός προϋπολογισμός της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Identification of the project: General budget of the European Union.
Ταυτότητα προϊόντος Όνομα προϊόντος: TQH 13.
Product ID Product name: TQH 13.
Βρήκα μία ταυτότητα για τα άλλα δύο θύματα εδώ.
Got an I.D. on the other two victims here.
Η ταυτότητα και ΙΜΙ.
The Card and IMI.
Δεν έχω όνομα, ούτε ταυτότητα.
I have no name or identity.
Δεν κατανοούν τι σημαίνει προσωπικός χώρος και ταυτότητα ή απλώς δεν νοιάζονται.
The lack understanding about what personal space and identify mean, or just don't care.”.
Αποκάλυψα την ταυτότητα μου και τους είπα να μείνουν ακίνητοι.
I identified myself and told them not to move.
Την ταυτότητα των μερών της σχέσης εργασίας.
(a)the identities of the parties to the employment relationship;
Ταυτότητα, παρακαλώ.
IDs please.
Ναι, η ταυτότητα skype μου είναι THINGSYS.
Yes, My skype ID is THINGSYS.
Ταυτότητα του έργου: Γενικός προϋπολογισμός της ΕΕ.
Identification of the project: General budget of the EU.
Πιστωτικές κάρτες, ταυτότητα, αλλά όχι μετρητά.
Credit cards, I.D., but no cash.
Ευρωπαϊκή επαγγελματική ταυτότητα- EPC.
European Professional Card- EPC.
Results: 23766, Time: 0.0518

Ταυτότητα in different Languages

Top dictionary queries

Greek - English