IŞ YAPMAYA - Yunan'ya çeviri

να κάνεις δουλειές
iş yapmak
να συνεργαστούμε
çalışmaya
iş yapmak

Iş yapmaya Turkce kullanımına örnekler ve bunların Yunan çevirileri

{-}
  • Colloquial category close
  • Ecclesiastic category close
  • Computer category close
Bu yanlış iş yapmaya sebep değil.
Αυτό δεν είναι δικαιολογία για να κάνει λάθος.
Bizimle iş yapmaya gelmiş parası
Όταν μου έρχεσαι για συνεργασία και δεν έχεις τα λεφτά,
Buraya iş yapmaya geldi.
Ήρθε για να κάνει δουλειά.
Aynı anda milyon tane iş yapmaya çalışıyoruz da.
Έχουμε ένα εκατομμύριο πράγματα να κάνουμε.
Çok konuşmaktan ise daha fazla iş yapmaya ihtiyaç var''.
Πέραν από ταλέντο, χρειάζεται και πολύ δουλειά».
Çünkü bankaların hepsi onunla iş yapmaya mecbur bırakılmışlardır.
Οι τράπεζες πρέπει να αφεθούν να κάνουν τη δουλειά τους.
Babam ve ben onlarla iş yapmaya alıştık.
Εγώ κι ο πατέρας μου κάναμε δουλειές μαζί τους.
Sen ne zamandan beri bir tefeci ile iş yapmaya başladın?
Από πότε άρχισες τις δοσοληψίες μ' έναν τοκογλύφο;?
Çok iyi bir işbirliğimiz var ve birlikte iş yapmaya devam edeceğiz.
Έχουμε μια πολύ καλή συνεργασία και θα κρατήσουμε να κάνουμε επιχειρήσεις από κοινού.
Sen çıktın ve bir kaltakla iş yapmaya başladın.
Και εσυ πας και κάνεις δουλειά μ'αυτή.
Sanırım başımı öne eğip iş yapmaya alışmışım.
Υποθέτω ότι συνήθισα να βάζω κάτω το κεφάλι και να κάνω τη δουλειά.
Önce orada iş yapmaya başladım sonra da insanına hayran kaldım.
Άρχισα να κάνω δουλειές εκεί, και απλά ερωτεύτηκα το λαό τους,
Tatlım bak, babanla iş yapmaya karar verdiğini biliyorum.
Γλυκιά μου… ξέρω ότι αποφάσισες να συνεργαστείς με τον πατέρα σου…
RD, bu bay; buraya iş yapmaya gelen bir adamı.
Άρντι. Αυτός είναι ένας επιχειρηματίας που ήλθε εδώ να κάνει δουλειές… και θα πρότεινα να συνεργαστείς μαζί του.
Kendi başına iş yapmaya kalktığında Greg peşinden koştu ve öldürüldü.
Όταν αποφάσισες να τρέξεις… και να κάνεις του κεφαλιού σου… ο Γκρεγκ σκοτώθηκε προσπαθώντας να σε βοηθήσει.
Ve daha fazla iş yapmaya gönüllü kişiler de yardım edecek bir yol bulamıyor.
Και εκείνοι που έχουν την καρδιά να αναλάβουν περισσότερη δουλειά δεν μπορούν να βρουν τρόπο να βοηθήσουν.
Kombine iş yapmaya alışığımdır, zevkle,
Vα συvδυάζω τη δoυλειά με τη διασκέδαση, κάτι πoυ λέvε
Bazen böyle bir sakatlık geçirmiş olan bir kişi iş yapmaya devam eder ve bu sadece gelecekte durumu kötüleştirir.
Μερικές φορές συμβαίνει ότι ένα άτομο, έχοντας λάβει έναν τέτοιο τραυματισμό, συνεχίζει να εκτελεί εργασία και αυτό επιδεινώνει μόνο την κατάσταση στο μέλλον.
Hiç değişmemişsin. George. Ohioda iş yapmaya başladığından beri hiciv becerini kaybetti de ben gelene kadar Harding yönetimindeki kimsenin haberi olmadı mı?
Τζωρτζ, δεν είναι ειρωνεία που, ενώ κάνεις δουλειές στο Οχάιο, δεν ήξερες κανέναν από τα τσιράκια του Χάρντινγκ μέχρι που σε σύστησα εγώ;?
Bu yüzden sana bir kez daha soracağım, benim için iş yapmaya hazır mısın?
Γι' αυτό θα σε ρωτήσω άλλη μια φορά, είσαι έτοιμος να κάνεις μια δουλειά μαζί μου;?
Sonuçlar: 53, Zaman: 0.0587

Kelime çeviri

En çok sorulan sözlük sorguları

Turkce - Yunan