A SIGNIFICANT DECREASE in Greek translation

[ə sig'nifikənt 'diːkriːs]

Examples of using A significant decrease in English and their translations into Greek

{-}
  • Colloquial category close
  • Official category close
  • Medicine category close
  • Ecclesiastic category close
  • Financial category close
  • Official/political category close
  • Computer category close
the Tunisian production is expected to have a significant decrease(-59%).
η παραγωγή της Τυνησίας αναμένεται να έχει μεγάλη μείωση(-59%).
approximately 75 percent of patients experience a significant decrease in their symptoms.
περίπου 75% των ασθενών βιώνουν σημαντική μείωση στα συμπτώματά τους.
Patients with ailments of the musculoskeletal system notice a significant decrease or complete disappearance of pain.
Οι ασθενείς με παθήσεις του μυοσκελετικού συστήματος παρατηρούν σημαντική μείωση ή πλήρη εξαφάνιση του πόνου.
Scientists found that consuming cocoa for at least 2 weeks led to a significant decrease in blood pressure.
Οι επιστήμονες διαπίστωσαν ότι η κατανάλωση κακάο για τουλάχιστον 2 εβδομάδες οδήγησε σε σημαντική μείωση της αρτηριακής πίεσης.
Thus, they found that the rats had Alzheimer's disease showed a significant decrease of the layers thickness analyzed.
Με τον τρόπο αυτό, ανακάλυψαν ότι οι αρουραίοι που είχαν νόσο Αλτσχάιμερ παρουσίασαν σημαντική μείωση του πάχους των στρωμάτων που αναλύθηκαν.
The results showed that using less social media than you normally would lead to a significant decrease in both depression and loneliness.
Η χρήση λιγότερων κοινωνικών μέσων από ό, τι κανονικά θα οδηγούσε σε σημαντικές μειώσεις τόσο στην κατάθλιψη όσο και στη μοναξιά.
Researchers noted that days on which temperature exceeds 27 °C result in a significant decrease of births eight to ten months later.
Οι ερευνητές διαπίστωσαν επίσης ότι οι ημέρες με θερμοκρασία άνω των 27 βαθμών Κελσίου έχουν ως αποτέλεσμα σημαντικές μειώσεις στα ποσοστά γεννήσεων περίπου οκτώ με δέκα μήνες αργότερα.
There is a risk for a significant decrease in visual acuity during the first week after the injection.
Υπάρχει κίνδυνος για μια σημαντική μείωση της οπτικής οξύτητας κατά την πρώτη εβδομάδα μετά την ένεση.
More convergence between national tax systems will lead to a significant decrease in costs and administrative burden for businesses operating cross-border within the Union.
Η μεγαλύτερη σύγκλιση μεταξύ των εθνικών φορολογικών συστημάτων θα οδηγήσει σε σημαντική μείωση του κόστους και του διοικητικού φόρτου για τις επιχειρήσεις που ασκούν διασυνοριακή δραστηριότητα στην Ένωση.
In addition, the researchers found a significant decrease in obesity among kids ages 2-5(from 13.9% to 8.4%).
Επιπλέον, οι ερευνητές βρήκαν μια σημαντική μείωση της παχυσαρκίας μεταξύ παιδιών ηλικίας 2-5 ετών(από 13,9% σε 8,4%).
there was a significant decrease in the number of amplified DDoS attacks,
υπήρξε μια σημαντική μείωση του αριθμού των ενισχυμένων επιθέσεων DDoS,
of 683 lives lost, which represents a significant decrease since 2015.
426 ατυχήματα οδήγησαν σε συνολικά 696 απώλειες ζωών, με πολύ σημαντική μείωση από το 2015, η οποία ωστόσο αντιστράφηκε κάπως το 2018.
Despite a significant decrease in the number of executions it carried out,
Παρά τη σημαντική μείωση του αριθμού των εκτελέσεων που πραγματοποίησε,
These figures represent a significant decrease from a decade ago; in 2003, 28 countries carried out executions.
Το ποσοστό αυτό αντικατοπτρίζει μια σημαντική μείωση στο σύνολο των θανατικών ποινών της προηγούμενης δεκαετίας, όταν το 2003 πραγματοποιούσαν εκτελέσεις 28 χώρες.
There has been a significant decrease in the number of people diagnosed with gastric cancer in the past 60 years.
Υπήρξε μια σημαντική μείωση του αριθμού των ανθρώπων που διαγιγνώσκονται με καρκίνο του στομάχου κατά τα τελευταία 60 χρόνια.
Concomitant use of etravirine with indinavir may cause a significant decrease in the plasma concentration of indinavir
Η ταυτόχρονη χρήση της ετραβιρίνης με ινδιναβίρη μπορεί να προκαλέσει μια σημαντική μείωση της συγκέντρωσης της ινδιναβίρης στο πλάσμα
Other automaker brands absent from the page suffered a significant decrease in purchase intent- 16%.
Ταυτόχρονα η απουσία των άλλων brands από τη σελίδα των αποτελεσμάτων δημιουργούσε μια σημαντική μείωση στην πρόθεση αγοράς των αυτοκινήτων των εταιρειών εκείνων κατά 16 %.
In Study 1899, a significant decrease in all cause mortality in favour of posaconazole was observed[POS 49/304(16%) vs. FLU/ITZ 67/298(22%) p= 0.048].
ΣτηΜελέτη 1899, παρατηρήθηκε μία σημαντική μείωση στη θνησιμότητα κάθε αιτίουσε εύνοια της ποσακοναζόλης[POS 49/304(16 %) έναντι FLU/ITZ67/298 (22%)p= 0,048].
A significant decrease in liver cholesterol
Μία σημαντική μείωση των επιπέδων της χοληστερόλης στο ήπαρ
There has been a significant decrease in the number of people diagnosed with gastric cancer for the past 60 years.
Υπήρξε μια σημαντική μείωση του αριθμού των ανθρώπων που διαγιγνώσκονται με καρκίνο του στομάχου κατά τα τελευταία 60 χρόνια.
Results: 346, Time: 0.044

Word-for-word translation

Top dictionary queries

English - Greek