ABILITY TO JUDGE in Greek translation

[ə'biliti tə dʒʌdʒ]
[ə'biliti tə dʒʌdʒ]
ικανότητα να κρίνει
ικανότητα να κρίνουν
ικανότητα να κρίνεις
ικανότητα να κρίνουμε
ικανοτητα να κρινετε
δυνατότητα να κρίνουμε

Examples of using Ability to judge in English and their translations into Greek

{-}
  • Colloquial category close
  • Official category close
  • Medicine category close
  • Ecclesiastic category close
  • Financial category close
  • Official/political category close
  • Computer category close
Dr David Stillwell, explained:“The ability to judge personality is an essential component of social living- from day-to-day decisions to long-term plans such as whom to marry,
Ντέιβιντ Στίλγουελ τόνισε ότι«η ικανότητα να κρίνει κανείς μια προσωπικότητα, συνιστά ουσιώδες συστατικό της κοινωνικής ζωής, από τις καθημερινές αποφάσεις έως τα μακροπρόθεσμα σχέδια ποιόν θα παντρευτείς,
the mysteries of the camera demand a little more than ordinary intelligence, plus the ability to judge the subject upside-down.
ο χειρισμός της μηχανής απαιτούσε λίγο παραπάνω ευφυΐα από το σύνηθες και την ικανότητα να κρίνεις ένα θέμα, ανάποδα.
The ability to judge personality is an essential component of social living- from day-to-day decisions to long-term plans such as whom to marry,
Ο ερευνητής τόνισε ότι«η ικανότητα να κρίνει κανείς μια προσωπικότητα, συνιστά ουσιώδες συστατικό της κοινωνικής ζωής, από τις καθημερινές
An important skill in everyday decision-making is the ability to judge whether an unexpected bad outcome is a chance event or something likely to
Μια σημαντική δεξιότητα στην καθημερινή λήψη αποφάσεων είναι η ικανότητα να κρίνει το άτομο κατά πόσο ένα απρόσμενο κακό αποτέλεσμα είναι ένα τυχαίο γεγονός
when the opponent is angry, he loses the ability to judge correctly and accurately locate the advantages
γιατί όταν είναι θυμωμένος χάνει την ικανότητα να κρίνει σωστά και να αντιλαμβάνεται πού ακριβώς είναι τα πλεονεκτήματα
rather this attitude reveals that the ability to judge and distinguish the true from the false,
τούτο μαρτυρεί μάλλον πως η ικανότητα να κρίνει κανένας καλά και να ξεχωρίζει την αλήθεια από το ψέμα,
Co-author Dr David Stillwell, also from Cambridge University, said:“The ability to judge personality is an essential component of social living- from day-to-day decisions to long-term plans such as whom to marry,
Ντέιβιντ Στίλγουελ τόνισε ότι«η ικανότητα να κρίνει κανείς μια προσωπικότητα, συνιστά ουσιώδες συστατικό της κοινωνικής ζωής, από τις καθημερινές αποφάσεις έως τα μακροπρόθεσμα σχέδια ποιόν θα παντρευτείς,
in its wider meaning, as the ability to judge according to the senses, instead of according to the intellect, based on feelings of pleasure or displeasure.
ως την ικανότητα να κρίνει κάποιος σύμφωνα με τις αισθήσεις αντί σύμφωνα με το μυαλό.
it reveals in us at the same time an ability to judge ourselves independent of nature,
μάς αποκαλύπτει συνάμα μια δυνατότητα να κρίνουμε τον εαυτό μας ανεξάρτητα από τη φύση,
if we have not gained individually the ability to judge the subjective factor,
δεν έχουμε κατακτήσει και ατομικά την ικανότητα να κρίνουμε τον υποκειμενικό παράγοντα,
The ability to judge well.
Ικανότητας των ανθρώπων να κρίνουν σωστά.
Sharpening the ability to judge.
Υποβαθμίζουν την ικανότητα του να κρίνει.
You had the ability to judge.
Είχε τη δύναμη να δικάσει.
That is where your ability to judge is required.
Εκεί κρίνεται η ικανότητά σας.
We changed their ability to judge other people's actions.
Τροποποιήσαμε την ικανότητά τους να κρίνουν τις πράξεις άλλων ανθρώπων.
I-I have seriously lost my ability to judge people's character.
Έχω χάσει την ικανότητα μου, να κρίνω τον χαρακτήρα των ανθρώπων.
Elizabeth takes pride in her own ability to judge others correctly.
Η Ελίζαμπεθ είναι περήφανη για την ικανότητά της να κρίνει τους χαρακτήρες των ανθρώπων.
Does the monster have some sort of ability to judge you?
Έχει το τέρας κάποια ικανότητα να σε κρίνει;?
Much of your success may come due to your ability to judge character.
Μεγάλο μέρος της επιτυχίας σας μπορεί να έρθει λόγω της ικανότητάς σας να κρίνετε το χαρακτήρα των άλλων.
So a hot robot who clouds your ability to judge her Al?
Έτσι, ένα καυτό ρομπότ που επισκιάζει την ικανότητά σας να κρίνουν Αϊ;?
Results: 405, Time: 0.0498

Word-for-word translation

Top dictionary queries

English - Greek