IMPLEMENT EFFECTIVE in Greek translation

['implimənt i'fektiv]
['implimənt i'fektiv]
να υλοποιούν αποτελεσματικές
εφαρμόζει αποτελεσματικές
εφαρμόζει αποτελεσματικά

Examples of using Implement effective in English and their translations into Greek

{-}
  • Colloquial category close
  • Official category close
  • Medicine category close
  • Ecclesiastic category close
  • Financial category close
  • Official/political category close
  • Computer category close
business leaders to develop and implement effective operational solutions to complex situations.
τους ηγέτες των επιχειρήσεων να αναπτύξουν και να εφαρμόσουν αποτελεσματικές επιχειρησιακές λύσεις σε πολύπλοκες καταστάσεις.
weaknesses in a selected marketplace and implement effective strategies to improve a product's competitive advantage.
τις αδυναμίες του ανταγωνιστή σας στην αγορά σας και να εφαρμόσετε αποτελεσματικές στρατηγικές για να βελτιώσετε το ανταγωνιστικό σας πλεονέκτημα.
Member States shall require investment firms to establish and implement effective arrangements for complying with paragraph 1.
Τα κράτη μέλη απαιτούν από τις επιχειρήσεις επενδύσεων να καταρτίζουν και να εφαρμόζουν αποτελεσματικές ρυθμίσεις για να συμμορφώνονται με την παράγραφο 1.
It developed 10 common basic principles for Roma inclusion that provide guidance for policy makers to design and implement effective actions.
Ανέπτυξε 10 κοινές βασικές αρχές για την ένταξη των Ρομά που παρέχουν καθοδήγηση για τους αρμόδιους χάραξης πολιτικής ώστε να χαράζουν και να εφαρμόζουν αποτελεσματικές δράσεις.
weaknesses in your marketplace and implement effective strategies to improve your competitive advantage.
τις αδυναμίες του ανταγωνιστή σας στην αγορά σας και να εφαρμόσετε αποτελεσματικές στρατηγικές για να βελτιώσετε το ανταγωνιστικό σας πλεονέκτημα.
weaknesses in your marketplace and implement effective strategies to improve your competitive advantage.
τις αδυναμίες του ανταγωνιστή σας στην αγορά σας και να εφαρμόσετε αποτελεσματικές στρατηγικές για να βελτιώσετε το ανταγωνιστικό σας πλεονέκτημα.
The data collected has enabled more accurate underwriting so as to create and implement effective policies.
Τα δεδομένα που συλλέχθηκαν έχουν επιτρέψει πιο ακριβές underwriting ώστε να δημιουργηθούν και να εφαρμοστούν αποτελεσματικές ασφαλιστικές συμβάσεις.
That granted, about whom is he speaking when he talks of“Our collective failure to develop and implement effective policies”?
Με αυτό ως δεδομένο, για ποιον μιλάει όταν μιλάει για«συλλογική αποτυχία μαςνα αναπτύξουμε και να εφαρμόσουμε αποτελεσματικές πολιτικές»;?
That granted, about whom is he speaking when he talks of“Our collective failure to develop and implement effective policies”?
Με αυτό ως δεδομένο, για ποιον μιλάει όταν μιλάει για«συλλογική αποτυχία μας να αναπτύξουμε και να εφαρμόσουμε αποτελεσματικές πολιτικές»;?
safe journey' approach to identify and implement effective risk-mitigation measures for road safety.
ασφαλής διαδρομή» για να προσδιορίσουμε τους κινδύνους και να εφαρμόσουμε αποτελεσματικά μέτρα ελαχιστοποίησής τους, προκειμένου να γίνονται με ασφάλεια οι οδικές μεταφορές.
weaknesses in your social media campaigns and implement effective strategies to improve your competitive advantage.
τις αδυναμίες του ανταγωνιστή σας στην αγορά σας και να εφαρμόσετε αποτελεσματικές στρατηγικές για να βελτιώσετε το ανταγωνιστικό σας πλεονέκτημα.
Learn how to use big data to form and implement effective strategies in a management role.
Μάθετε να χρησιμοποιείτε μεγάλα δεδομένα για να διαμορφώσετε και να εφαρμόσετε αποτελεσματικές στρατηγικές σε ένα ρόλο διαχείρισης.
The overall aim of this tool is to support Member States to formulate and implement effective adult learning policies,
Γενικός στόχος αυτού του εργαλείου είναι να βοηθήσει τα κράτη μέλη να διαμορφώσουν και να εφαρμόσουν αποτελεσματικές πολιτικές εκπαίδευσης ενηλίκων,
Article 8 requires the parties to adopt and implement effective measures providing for protection from exposure to tobacco smoke in indoor workplaces, public transport,
Στο άρθρο 8 της εν λόγω σύμβασης καλούνται τα συμβαλλόμενα μέρη να προχωρήσουν στην υιοθέτηση και εφαρμογή αποτελεσματικών μέτρων για την προστασία από την έκθεση σε καπνό σε εσωτερικούς χώρους εργασίας,
Implement effective and proper procedures to reconcile all cash flow movements
Εφαρμόζει αποτελεσματικές και ενδεδειγμένες διαδικασίες για τον έλεγχο όλων των κινήσεων ταμειακών ροών
In areas of national jurisdiction, Parties are required to adopt and implement effective measures providing for protection from exposure to tobacco smoke in indoor workplaces,
Στο άρθρο 8 της εν λόγω σύμβασης καλούνται τα συμβαλλόμενα μέρη να προχωρήσουν στην υιοθέτηση και εφαρμογή αποτελεσματικών μέτρων για την προστασία από την έκθεση σε καπνό σε εσωτερικούς χώρους εργασίας,
Where the manufacturer does not subsequently propose and implement effective corrective measures,
Εάν ο κατασκευαστής δεν προτείνει και δεν εφαρμόζει αποτελεσματικά επανορθωτικά μέτρα, η εγκρίνουσα αρχή που χορήγησε την
procedures on due diligence and implement effective arrangements for ensuring that investment decisions on behalf of the AIFs are carried out in compliance with the objectives,
διαδικασίες σχετικά με τη δέουσα επιμέλεια και εφαρμόζει αποτελεσματικές ρυθμίσεις, ώστε να διασφαλίζεται ότι οι επενδυτικές αποφάσεις για λογαριασμό του ΟΣΕΚΑ λαμβάνονται σύμφωνα με τον επενδυτικό σκοπό,
CONTROL SYSTEMS 26. During 2011 the Joint Undertaking intensified its efforts to establish and implement effective financial, accounting
ΕΛΕΓΧΟΥ ΤΗΣ ΚΟΙΝΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗΣ 26. Κατά το 2011, η Κοινή Επιχείρηση ενέτεινε τις προσπάθειές της για τη θέσπιση και την εφαρμογή αποτελεσματικών διαδικασιών δημοσιονομικού,
procedures in writing on due diligence and implement effective arrangements for ensuring that investment decisions on behalf of the UCITS are carried out in compliance with the objectives,
διαδικασίες σχετικά με τη δέουσα επιμέλεια και εφαρμόζει αποτελεσματικές ρυθμίσεις, ώστε να διασφαλίζεται ότι οι επενδυτικές αποφάσεις για λογαριασμό του ΟΣΕΚΑ λαμβάνονται σύμφωνα με τον επενδυτικό σκοπό,
Results: 82, Time: 0.0426

Word-for-word translation

Top dictionary queries

English - Greek