CHANGES IN THE BODY in Greek translation

['tʃeindʒiz in ðə 'bɒdi]
['tʃeindʒiz in ðə 'bɒdi]
αλλαγές στον οργανισμό
μεταβολές στο σώμα
αλλαγών στο σώμα
τις τροποποιήσεις στο σώμα

Examples of using Changes in the body in English and their translations into Greek

{-}
  • Colloquial category close
  • Official category close
  • Medicine category close
  • Ecclesiastic category close
  • Financial category close
  • Official/political category close
  • Computer category close
Changes in the body after quitting Smoking.
Οι αλλαγές στο σώμα μας μετά τη διακοπή του καπνίσματος.
Promote changes in the body and enter a new adaptation process.
Προωθήστε τις αλλαγές στο σώμα και εισάγετε μια νέα διαδικασία προσαρμογής.
Changes in the body become more
Οι αλλαγές στο σώμα γίνονται όλο
Techniques are adapted to address changes in the body during pregnacy.
Προσαρμόζονται τεχνικές ώστε να αντιμετωπιστούν οι αλλαγές στο σώμα της γυναίκας κατά την περίοδο της εγκυμοσύνης.
Hormone changes in the body are said to be a cause.
Οι ορμονικές αλλαγές στο σώμα θεωρούνται ως η αιτία.
First of all, the diagnosis will be based on various changes in the body.
Πρώτα απ'όλα, η διάγνωση θα βασίζεται σε διάφορες αλλαγές στο σώμα.
And with the increase in the period of pregnancy changes in the body are increasing.
Και με την αύξηση της περιόδου της εγκυμοσύνης οι αλλαγές στο σώμα αυξάνονται.
This in turn causes changes in the body, such as raising the heart rate
Αυτό με τη σειρά του προκαλεί αλλαγές στον οργανισμό, όπως αύξηση των καρδιακών παλμών,
Factors like hormonal changes in the body, excessive use of cosmetic products,
Παράγοντες όπως οι ορμονικές μεταβολές στο σώμα, η υπερβολική χρήση καλλυντικών προϊόντων,
without making biological changes in the body.
δίχως να προκαλεί βιολογικές αλλαγές στον οργανισμό.
the hormonal background changes in the body- estrogen production decreases,
οι ορμονικές μεταβολές στο σώμα μειώνονται- η παραγωγή οιστρογόνων,
it is possible to prevent irreversible changes in the body.
είναι δυνατόν να αποτρέψετε έγκαιρα μη αναστρέψιμες αλλαγές στον οργανισμό.
Throughout, each participant was compared against his or herself, to follow changes in the body caused by the foods.
Καθ' όλη τη διάρκεια της μελέτης, κάθε συμμετέχων συγκρινόταν με τον ίδιο του τον εαυτό, ώστε να καταγράφονται οι σωματικές αλλαγές που προκαλούσε η διατροφή.
Some other factors such as changes in the body hormones, excessive use of cosmetic products,
Παράγοντες όπως οι ορμονικές μεταβολές στο σώμα, η υπερβολική χρήση καλλυντικών προϊόντων,
which in turn triggers profound biochemical changes in the body.
ο οποίος με τη σειρά του πυροδοτεί συγκεκριμένες βιοχημικές αλλαγές στον οργανισμό.
Pain may be the result of changes in the body associated with the start of pregnancy.
Ο πόνος μπορεί να είναι το αποτέλεσμα των αλλαγών στο σώμα που συνδέεται με την έναρξη της εγκυμοσύνης.
can reach"automatic" changes in the body, i.e. to have a"miracle".
μπορεί να φτάσει να«αυτοματοποιούνται» οι μεταβολές στο σώμα, δηλαδή να έχουμε ένα«θαύμα».
biochemical and immunological changes in the body that affect health.
βιοχημικές και ανοσολογικές αλλαγές στον οργανισμό, που επιδρούν στην υγεία μας.
Pregnant women forget that due to hormonal changes in the body increases the concentration of progesterone.
Οι έγκυες γυναίκες ξεχνούν ότι λόγω ορμονικών αλλαγών στο σώμα αυξάνει τη συγκέντρωση της προγεστερόνης.
can bring about changes in the body.
η προσευχή μπορούν να επιφέρουν μεταβολές στο σώμα.
Results: 284, Time: 0.0465

Word-for-word translation

Top dictionary queries

English - Greek