READY TO COMMIT in Greek translation

['redi tə kə'mit]
['redi tə kə'mit]
έτοιμοι να δεσμευτούν
έτοιμοι να διαπράξουν
έτοιμος για δέσμευση
ready to commit
ready for a commitment
έτοιμη να δεσμευτεί
έτοιμος να δεσμευτώ
έτοιμος να δεσμευτεί
έτοιμος να αφοσιωθώ αυτό
έτοιμος για συγκατοίκηση
έτοιμος να δεσμευτείς
ready to commit to
ready to make a commitment

Examples of using Ready to commit in English and their translations into Greek

{-}
  • Colloquial category close
  • Official category close
  • Medicine category close
  • Ecclesiastic category close
  • Financial category close
  • Official/political category close
  • Computer category close
Of those, 8,500 were believed ready to commit violent acts,
Από αυτούς 8.5 πιστεύεται ότι είναι έτοιμοι να διαπράξουν βίαιες ενέργειες,
complicated a product is, the more time people need before they are ready to commit.
τόσο περισσότερο χρόνο χρειάζονται οι άνθρωποι, πριν είναι έτοιμοι να δεσμευτούν.
When a man is ready to commit, he is just as interested in what you bring to the table as he is in your external appearance.
Όταν ένας άντρας είναι έτοιμος για δέσμευση, ενδιαφέρεται για αυτά που έχετε στο κεφάλι σας όσο και για την εξωτερική σας εμφάνιση.
complicated the product is, the more time people need before they are ready to commit.
τόσο περισσότερο χρόνο χρειάζονται οι άνθρωποι, πριν είναι έτοιμοι να δεσμευτούν.
He is thinking that revolution requires people who are virtuous and at the same time, ready to commit any crime.
Σκέφτεται ότι για να συμβεί η επανάσταση απαιτούνται άνθρωποι ηθικοί και ταυτόχρονα έτοιμοι να διαπράξουν το οποιοδήποτε έγκλημα.
Is not man ever ready to commit any kind of evil if told that his God
Δεν είναι ο άνθρωπος πάντα έτοιμος να κάνει οποιουδήποτε είδους κακό, εάν του πουν
When a man is ready to commit, he is just as interested in what you bring to the table as he is in your outward appearance.
Όταν ένας άντρας είναι έτοιμος για δέσμευση, ενδιαφέρεται για αυτά που έχετε στο κεφάλι σας όσο και για την εξωτερική σας εμφάνιση.
and/or expensive the product, the more time and information prospects need before they're ready to commit.
τόσο περισσότερο χρόνο χρειάζονται οι άνθρωποι, πριν είναι έτοιμοι να δεσμευτούν.
The managing director of National Bank Leonidas Fragiadakis said that the bank is ready to commit all its forces in order to lead the economic recovery.
Ο Διευθύνων Σύμβουλος της Εθνικής Τράπεζας Λεωνίδας Φραγκιαδάκης, τόνισε η Εθνική Τράπεζα είναι έτοιμη να αφιερώσει όλες τις δυνάμεις της στο να ηγηθεί της ανάκαμψης της οικονομίας.
then you're ready to commit to him and stay with him forever.
τότε είστε έτοιμοι να δεσμευτούν σε αυτόν και μείνετε μαζί του για π….
Cyprus is ready to commit to long-term imports of liquefied natural gas(LNG),
Η Κύπρος είναι έτοιμη να δεσμευτεί σε μακροπρόθεσμες εισαγωγές υγροποιημένου φυσικού(ΥΦΑ)
If you're not ready to commit, there are many premium VPNs that offer a money-back guarantee so you can try their services with zero-risk.
Εάν δεν είστε έτοιμοι να δεσμευτείτε, υπάρχουν πολλά premium VPN που προσφέρουν εγγύηση επιστροφής χρημάτων, ώστε να μπορείτε να δοκιμάσετε τις υπηρεσίες τους με μηδενικό ρίσκο.
although it is only ready to commit for two weeks given its deep reservations.
αν και δεν είναι έτοιμη να δεσμευθεί παρά για δύο εβδομάδες, δεδομένων των σοβαρών επιφυλάξεών της.
the Church is ready to commit herself to realizing all the initiatives proposed above.
η Εκκλησία είναι έτοιμη να δεσμευθεί για την πραγμάτωση όλων των προτεινόμενων πρωτοβουλιών.
And we begin to wonder if we're actually ready to commit to something more serious.
Και αρχίζετε να αναρωτιέστε αν είστε πραγματικά έτοιμοι να δεσμευτείτε σε κάτι πιο σοβαρό.
The annual report by the BfV domestic intelligence agency estimated that some 12,100 people with far-right views in Germany were considered ready to commit acts of violence,
Η ετήσια έκθεση της BfV αναφέρει ότι περίπου 12.1 άνθρωποι στη Γερμανία με ακροδεξιές απόψεις θεωρούνται έτοιμοι να διαπράξουν βίαιες ενέργειες, αύξηση 2,5%
Is not man ever ready to commit any kind of evil if told that his God
Δεν είναι ο άνθρωπος πάντα έτοιμος να κάνει οποιουδήποτε είδους κακό, εάν του πουν
they are at all times ready to commit the same and worse as it has been proven since 1923 to date.
είναι ανά πάσα στιγμή έτοιμοι να διαπράξουν τα ίδια και χειρότερα, όπως αποδείχτηκε από το 1923 μέχρι σήμερα.
the managing director of National Bank Leonidas Fragiadakis said that the bank is ready to commit all its forces in order to lead the economic recovery.
ο διευθύνων σύμβουλος του ιδρύματος Λεωνίδας Φραγκιαδάκης τόνισε πως«η Εθνική Τράπεζα είναι έτοιμη να αφιερώσει όλες τις δυνάμεις της στο να ηγηθεί της ανάκαμψης της οικονομίας».
people who have this picture on their body basically say that they have an inclination to violence and are ready to commit a violent crime
οι άνθρωποι που έχουν τέτοιο τατουάζ στο σώμα τους λένε βασικά ότι έχουν κλίση στη βία και είναι έτοιμοι να διαπράξουν ένα βίαιο έγκλημα
Results: 52, Time: 0.058

Word-for-word translation

Top dictionary queries

English - Greek