ΔΕΝ ΘΑ ΣΤΑΜΑΤΉΣΕΙ ΠΟΤΈ in English translation

will never stop
δεν θα σταματήσει ποτέ
ποτέ δεν θα πάψουμε
δεν θα τελειώσει ποτέ
is never gonna stop
will never end
δεν θα τελειώσει ποτέ
δεν θα σταματήσει ποτέ
δεν θα έχει τέλος
δεν θα τερματιστεί ποτέ
will never cease
δεν θα πάψει ποτέ
δεν θα σταματήσει ποτέ
would never stop
δεν θα σταματούσε ποτέ
δεν θα τελείωνε ποτέ
won't ever stop
is never going to stop
will never fail
δεν θα αποτύχει ποτέ
ποτέ δεν θα αποτύχεις
δεν θα σταματήσει ποτέ
ποτέ δεν θα απογοητεύσουν
ποτέ δεν θα εκλείψει
δεν θα πάψει ποτέ
δε θα λείψει ποτέ
will never give up
δεν θα εγκαταλείψει ποτέ
ποτέ δεν θα παρατήσω
ποτέ δεν θα παραιτηθεί
δεν θα απαρνηθεί ποτέ
ποτέ δεν θα παραδοθούν από
ποτέ δεν θα υποχωρήσουμε
δεν θα σταματήσει ποτέ

Examples of using Δεν θα σταματήσει ποτέ in Greek and their translations into English

{-}
  • Colloquial category close
  • Official category close
  • Medicine category close
  • Ecclesiastic category close
  • Financial category close
  • Official/political category close
  • Computer category close
Δεν θα σταματήσει ποτέ, έτσι;?
It's never going to stop, is it?
Μερικές φορές φαίνεται ότι αυτή η κατάσταση δεν θα σταματήσει ποτέ.
Sometimes it feels as though it will never end.
Αυτή η κυβέρνηση δεν θα σταματήσει ποτέ να μας κάνει να γελάμε.
This scene will never fail to make me laugh.
Δεν θα σταματήσει ποτέ.
Αλλά ο Άγγλος δεν θα σταματήσει ποτέ να ανακατεύεται.
But the British will never stop interfering.
Γίνεται χρόνια αυτό και νομίζουμε ότι δεν θα σταματήσει ποτέ.
That takes months and you think it will never end.
Δεν θα σταματήσει ποτέ να προσπαθεί να πετύχει δικαιοσύνη για τον Μάικλ.
She will never give up trying to get justice for Michael.
Η Ανταρκτική δεν θα σταματήσει ποτέ να μας δίνει νέες εκπλήξεις.
Antarctica will never stop giving new surprises.
Και αυτό δεν θα σταματήσει ποτέ.
And that will never stop.
Το ποτάμι δεν θα σταματήσει ποτέ να ανεβαίνει.
The river will never stop rising.
Δεν θα σταματήσει ποτέ.
He will never stop.
Δεν θα σταματήσει ποτέ.
She will never stop.
Με τη σκέψη ότι το λεωφορείο δεν θα σταματήσει ποτέ.
Thinking the bus will never stop.
Για να διασφαλίσουμε ότι η Ιστορία δεν θα σταματήσει ποτέ ξανά.
To ensure that History will never stop again.
Αν δεν θα το καταλάβετε, η τρομοκρατία δεν θα σταματήσει ποτέ.
If you do not understand it, terrorism will never stop.
Για μένα η μετανάστευση δεν θα σταματήσει ποτέ.
For me, migration will never stop.
η SAM δεν θα σταματήσει ποτέ να μαθαίνει.
SAM will never stop learning.
Μην τον ακούς, γιατί δεν θα σταματήσει ποτέ.
Don't listen, or he will never stop.
Η Μάντι δεν θα σταματήσει ποτέ να σε παρακολουθεί, Ντίκον.
Maddie is never gonna stop watching you, Deacon.
Αν δεν τους δώσω την Σάρα, δεν θα σταματήσει ποτέ αυτό.
If I don't give up Sarah, this is never gonna stop.
Results: 158, Time: 0.0416

Word-for-word translation

Top dictionary queries

Greek - English