LIKELIHOOD OF DEVELOPING in Greek translation

['laiklihʊd ɒv di'veləpiŋ]
['laiklihʊd ɒv di'veləpiŋ]
την πιθανότητα να αναπτύξετε
πιθανότητα να εκδηλώσουμε

Examples of using Likelihood of developing in English and their translations into Greek

{-}
  • Colloquial category close
  • Official category close
  • Medicine category close
  • Ecclesiastic category close
  • Financial category close
  • Official/political category close
  • Computer category close
Factors that increase the likelihood of developing osteoporosis.
Παράγοντες που αυξάνουν τον κίνδυνο εμφάνισης οστεοπόρωσης.
Men and women have an equal likelihood of developing the condition.
Τα αρσενικά και τα θηλυκά έχουν την ίδια πιθανότητα να αναπτύξουν την κατάσταση.
Seniors have a higher likelihood of developing painless stomach damage.
Οι ηλικιωμένοι άνθρωποι έχουν πολύ μεγαλύτερη πιθανότητα ανάπτυξης ανώδυνης βλάβης στο στομάχι.
You will reduce the likelihood of developing other health issues.
Και θα μειώσετε τον κίνδυνο εμφάνισης άλλων προβλημάτων υγείας.
Several things can increase a child's likelihood of developing the infection.
Πολλά πράγματα μπορούν να αυξήσουν την πιθανότητα του παιδιού να αναπτύξει τη λοίμωξη.
Risk factors may increase your likelihood of developing type 2 diabetes.
Η πιθανότητα να αναπτύξετε διαβήτη τύπου 2 κατά τη διάρκεια της ζωής σας είναι περίπου 70%.
Many things influence your overall health and likelihood of developing a disease.
Πολλά πράγματα επηρεάζουν τη γενική υγεία και την πιθανότητα εμφάνισης μιας νόσου.
Chocolate consumption was actually associated with a greater likelihood of developing rosacea.
Η κατανάλωση μάλιστα της σοκολάτας στην πραγματικότητα συνδέθηκε με μεγαλύτερη πιθανότητα ανάπτυξης της νόσου.
The following factors may increase your likelihood of developing the condition.
Οι ακόλουθοι παράγοντες μπορεί να αυξήσει την πιθανότητα σας να πάρει την κατάσταση.
Being overweight increases the likelihood of developing cancer and shortens life expectancy.
Το υπερβολικό βάρος αυξάνει την πιθανότητα εμφάνισης καρκίνου και μειώνει το προσδόκιμο ζωής.
People who have a higher likelihood of developing frozen shoulder are.
Τα άτομα που έχουν περισσότερες πιθανότητες να αναπτύξουν κύστη κόκκυγος είναι.
As with all autoimmune diseases, the likelihood of developing others increases.
Όπως συμβαίνει με όλες τις αυτοάνοσες ασθένειες, αυξάνεται η πιθανότητα ανάπτυξης άλλων.
With stress, we end up having a greater likelihood of developing escoliosis.
Με το στρες, καταλήγετε να έχετε μεγαλύτερη πιθανότητα ανάπτυξης σκολίωσης.
Certain factors contribute to or increase your child's likelihood of developing asthma.
Ορισμένοι παράγοντες συμβάλλουν ή αυξάνουν τις πιθανότητες ανάπτυξης του άσθματος.
Risk genes increase the likelihood of developing a disease but do not guarantee.
Επικίνδυνα γονίδια είναι εκείνα που αυξάνουν την πιθανότητα ανάπτυξης μιας ασθένειας, αλλά δεν είναι εγγυημένη.
In hypertensive patients the likelihood of developing cancer is higher by 15-20%.
Σε ασθενείς με αρτηριακή υπέρταση, η πιθανότητα εμφάνισης καρκίνου είναι 15-20% υψηλότερη.
Elderly people in particular have a much higher likelihood of developing painless stomach damage.
Οι ηλικιωμένοι άνθρωποι έχουν πολύ μεγαλύτερη πιθανότητα ανάπτυξης ανώδυνης βλάβης στο στομάχι.
certain factors may increase your likelihood of developing.
ορισμένοι παράγοντες μπορεί να αυξήσει την πιθανότητα εμφάνισης της διαταραχής.
A history of knee injury may increase the likelihood of developing patellofemoral pain syndrome.
Ιστορικό τραυματισμού στο γόνατο αυξάνει τις πιθανότητες να εμφανιστεί το σύνδρομο επιγονοπιδομηριαίου πόνου.
However, the presence of a combination of genes increases the likelihood of developing MS.
Η παρουσία όμως ενός συνδυασμού γονιδίων αυξάνει την πιθανότητα εμφάνισης της ΣκΠ.
Results: 453, Time: 0.056

Word-for-word translation

Top dictionary queries

English - Greek