REDUCE THE LIKELIHOOD in Greek translation

[ri'djuːs ðə 'laiklihʊd]

Examples of using Reduce the likelihood in English and their translations into Greek

{-}
  • Colloquial category close
  • Official category close
  • Medicine category close
  • Ecclesiastic category close
  • Financial category close
  • Official/political category close
  • Computer category close
Taking the steps discussed above will help reduce the likelihood of allergen cross-contact occurring in your facility, and thus will reduce the likelihood that an undeclared allergen will make it into your product.
Λαμβάνοντας τα παραπάνω βήματα, θα μειώσετε την πιθανότητα αλληλεπίδρασης αλλεργιογόνου στην εγκατάσταση σας και έτσι θα μειώσετε την πιθανότητα ένα μη δηλωμένο αλλεργιογόνο να φτάσει στο προϊόν σας.
The early dismissal schedule will help reduce the likelihood that buses with routes that go through
Το πρόωρο σχόλασμα θα συμβάλει στη μείωση της πιθανότητας να καθυστερήσουν από την κίνηση τα λεωφορεία με δρομολόγια που διέρχονται από
information systems-can reduce the likelihood that attackers are able to access our systems
πληροφοριακών συστημάτων- μπορεί να μειώσει την πιθανότητα επιτιθέμενοι να είναι σε θέση να έχουν πρόσβαση στα συστήματά μας,
The early dismissal schedule will help reduce the likelihood that buses with routes that go through
Το πρόωρο σχόλασμα θα συμβάλει στη μείωση της πιθανότητας να καθυστερήσουν από την κίνηση τα λεωφορεία με δρομολόγια που διέρχονται από
While some surgeons have suggested that 3 weeks of immobilization in a sling with the arm out to the side may reduce the likelihood of a recurrence of instability, recent studies have concluded this is not the case.
Αν και μερικοί χειρουργοί προτείνουν 3 εβδομάδες ακινητοποίηση, η οποία θα μειώσει την πιθανότητα της υποτροπής αστάθειας, νεότερες μελέτες έχουν αποδείξει ότι αυτό δεν ισχύει απόλυτα.
In this way, the land can absorb more water during storms and reduce the likelihood of flooding and mudslides.
η γη να μπορεί να απορροφήσει περισσότερο νερό κατά τη διάρκεια των καταιγίδων και να μειωθεί η πιθανότητα πλημμύρας και κατολισθήσεων.
of ischaemic heart disease by 21%, and reduce the likelihood of dementia, heart failure,
της ισχαιμικής καρδιακής νόσου κατά 21%, να μειώσει την πιθανότητα της άνοιας, της καρδιακής ανεπάρκειας,
of ischaemic heart disease by 21%, and reduce the likelihood of dementia, heart failure,
της ισχαιμικής καρδιακής νόσου κατά 21%, να μειώσει την πιθανότητα της άνοιας, της καρδιακής ανεπάρκειας,
killing a teenage combatant to protect a school full of children- this pharmaceutical intervention could reduce the likelihood or severity of the soldier developing post traumatic stress disorder(PTSD).
ο στρατιώτης σκοτώνει έναν έφηβο μαχητή, για να προστατεύσει ένα σχολείο γεμάτο παιδιά- αυτή η φαρμακευτική παρέμβαση θα μπορούσε να μειώσει την πιθανότητα ή τη σοβαρότητα ανάπτυξης διαταραχής μετα-τραυματικού στρες( PTSD) στον στρατιώτη.
The sides are expected to sign a security agreement by the end of September that will help reduce the likelihood of incidents occurring between the two countries' armed forces in the air and at sea.
Αναμένεται ότι πριν από το τέλος του Σεπτεμβρίου, τα δύο μέρη θα υπογράψουν συμφωνία για την ασφάλεια, η οποία θα μειώσει την πιθανότητα«ατυχημάτων» στον αέρα και στη θάλασσα.
is carefully stored in a sealed container after each use will help reduce the likelihood that the vacuum will create additional problems in the dispersal of bed bugs.
αποκλειστικά για την απομάκρυνση κοριούς και αποθηκεύεται προσεκτικά σε ένα σφραγισμένο δοχείο μετά από κάθε χρήση θα βοηθήσει στη μείωση της πιθανότητας ότι το κενό θα δημιουργήσει πρόσθετα προβλήματα στην διασπορά των κοριούς.
milk to allow for maximum absorption and reduce the likelihood of the formation of complexes by metal binding in the gastrointestinal tract(see section 4.2).
να επιτραπεί η μέγιστη απορρόφηση και να μειωθεί η πιθανότητα σχηματισμού σύμπλοκων μέσω της δέσμευσης μετάλλων στην γαστρεντερική οδό(βλ. παράγραφο 4.2).
This reduces the likelihood that recessions will force a country to default on its debt.
Αυτό μειώνει την πιθανότητα ότι οι υφέσεις θα αναγκάσουν μια χώρα να χρεοκοπήσει.
Exercise reduces the likelihood that inactivity related anxiety affects you.
Η άσκηση μειώνει την πιθανότητα να εμφανιστεί το άγχος που σχετίζεται με την αδράνεια.
Prevent: An action which reduces the likelihood.
Πρόληψη: Μια ενέργεια που μειώνει την πιθανότητα.
Reducing the likelihood of impacted permanent teeth.
Μειώνεται η πιθανότητα να επηρεαστούν τα μόνιμα δόντια.
This reduces the likelihood of a seizure occurring.
Έτσι μειώνεται η πιθανότητα εκδήλωσης επιληπτικών κρίσεων.
Socialization reduces the likelihood that your dog could become fearful
Η κοινωνικοποίηση μειώνει την πιθανότητα ότι το σκυλί σας θα μπορούσε να είναι φοβισμένο
It does not examine whether using marijuana on a given day reduces the likelihood of violence at that time.”.
Δεν εξετάζει κατά πόσον η χρήση μαριχουάνας σε μια δεδομένη ημέρα μειώνει την πιθανότητα της βίας εκείνη τη στιγμή» υποστηρίζει ο Λέοναρντ.
In general, it is thought that the symptoms get better because the smaller size of the herniated material reduces the likelihood it will irritate the nerve root.
Γενικά πιστεύεται ότι τα συμπτώματα βελτιώνονται επειδή το μικρότερο μέγεθος του υλικού της δισκοκήλης μειώνει τις πιθανότητες ερεθισμού του νεύρου.
Results: 42, Time: 0.051

Word-for-word translation

Top dictionary queries

English - Greek