ABILITY TO RECOGNIZE in Greek translation

[ə'biliti tə 'rekəgnaiz]
[ə'biliti tə 'rekəgnaiz]
δυνατότητα να αναγνωρίζουν
δυνατότητα αναγνώρισης
ικανότητα να αναγνωρίζουμε
ικανότητα να αναγνωρίζεις
ικανότητας αναγνώρισης
δυνατότητα να αναγνωρίζουμε
δυνατότητα να αναγνωρίζει

Examples of using Ability to recognize in English and their translations into Greek

{-}
  • Colloquial category close
  • Official category close
  • Medicine category close
  • Ecclesiastic category close
  • Financial category close
  • Official/political category close
  • Computer category close
The ability to recognize people through machine learning what's new when this feature debuted in 2016,
Η δυνατότητα αναγνώρισης ανθρώπων μέσω της μηχανικής μάθησης δεν ήταν κάτι νέο, όταν το feature έκανε το ντεμπούτο του το 2016,
This question category tests the ability to recognize an author's overall meaning
Αυτή η κατηγορία ερωτημάτων δοκιμάζει την ικανότητα να αναγνωρίζουν τη συνολική έννοια
The ability to recognize the energy vampire in time helps to protect oneself from loss of vitality.
Η ικανότητα αναγνώρισης του ενεργειακού βαμπίρ στο χρόνο βοηθά στην προστασία του από απώλεια ζωτικότητας.
You have the ability to recognize and balance the unbalanced points in the etheric bodies by cleaning
Ο μαθητής έχει την ικανότητα να αναγνωρίζει και να ισορροπεί τα μη ισορροπημένα σημεία στα αιθερικά σώματα μέσω τεχνικών καθαρισμού
An important leadership skill is the ability to recognize needs and be able to respond to them quickly
Μια σημαντική ικανότητα ηγεσίας είναι η ικανότητα να αναγνωρίζουν τις ανάγκες και να είναι σε θέση να ανταποκριθεί σε αυτές γρήγορα
Phonemic awareness is the ability to recognize, differentiate and manipulate the individual sound units in spoken words.
Η φωνητική συνείδηση είναι η δυνατότητα αναγνώρισης, διαφοροποίησης και χειρισμού των μεμονωμένων μονάδων ήχου σε προφορικές λέξεις.
The ability to recognize a form or object even when the whole picture of it isn't available.
Η ικανότητα αναγνώρισης φορμών ή αντικειμένων ακόμα και όταν η εικόνα δεν είναι ολοκληρωμένη.
they too have the ability to recognize their owner's voice and commands.
αλλά έχουν και τη δυνατότητα να αναγνωρίζουν τη φωνή και τις εντολές του ιδιοκτήτη τους.
Empathy is the ability to recognize and understand another person's feelings
Η ενσυναίσθηση είναι η ικανότητα να αναγνωρίζει και να κατανοεί κανείς τα συναισθήματα
The ability to recognize a serious medical emergency
Η ικανότητα να αναγνωρίζουμε ένα σοβαρό ή επείγον ιατρικό περιστατικό
These clear GIFs provide the ability to recognize a browser's cookie when a browser visits this site.
Τα συγκεκριμένα GIFs παρέχουν την δυνατότητα αναγνώρισης ενός cookie του browser όταν ο browser επισκεφθεί το site.
Normal cognition, such as the ability to recognize and name familiar objects
Κανονική γνώση, όπως την ικανότητα να αναγνωρίζουν και να ονομάσετε οικεία αντικείμενα
You as a student will develop the ability to recognize business opportunities,
Θα αναπτύξετε την ικανότητα αναγνώρισης επιχειρηματικών ευκαιριών, ανάλυσης των κινδύνων
The greatest strength you will ever develop is the ability to recognize your own weaknesses, and to learn to
Η μεγαλύτερη δύναμη που θ' αναπτύξεις ποτέ είναι η ικανότητα να αναγνωρίζεις την αδυναμία σου και να μάθεις να ζητάς για βοήθεια
Creature mindˆ, before acquiring the ability to recognize divinityˆ and worship Deityˆ,
Ο νους των πλασμάτων, πριν αποκτήσει την ικανότητα να αναγνωρίζει το θείο και να λατρεύει το Θεό,
The ability to recognize sounds and identify their location is possible thanks to the auditory system.
Η ικανότητα να αναγνωρίζουμε ήχους και να ταυτοποιούμε την τοποθεσία τους είναι εφικτή χάρη στο ακουστικό σύστημα.
Patients with ventral simultanagnosia retain the ability to recognize whole objects, but the rate of recognition is impaired.
Ασθενείς με κοιλιακή αγνωσία συγχρονισμού(ventral simultanagnosia) διατηρούν τη ικανότητα να αναγνωρίζουν ολόκληρα αντικείμενα, ωστόσο είναι διαταραγμένος ο ρυθμός αναγνώρισης τους(rate of recognition).
The ability to recognize a figure although it changes shape,
Είναι η ικανότητα αναγνώρισης μιας μορφής καθώς αλλάζει το μέγεθος,
Empathy, the ability to recognize the desires and needs of others, is the true
Η ενσυναίσθηση, η ικανότητα να αναγνωρίζει κανείς τις επιθυμίες και τις ανάγκες των άλλων είναι η πραγματική βάση του καπιταλισμού-
Being an adult in Europe means having the ability to recognize not only uncharted waters,
Το να είσαι ενήλικας στην Ευρώπη σημαίνει να έχεις την ικανότητα να αναγνωρίζεις όχι μόνο τα αχαρτογράφητα νερά,
Results: 197, Time: 0.053

Word-for-word translation

Top dictionary queries

English - Greek