TO INVALIDATE in Greek translation

[tə in'vælideit]
[tə in'vælideit]
ακύρωση
cancellation
cancel
annulment
cancelation
invalidation
repeal
annul
για ακύρωση
for cancellation
to cancel
for annulment
for cancelation
to annul
to invalidate
to rescind

Examples of using To invalidate in English and their translations into Greek

{-}
  • Colloquial category close
  • Official category close
  • Medicine category close
  • Ecclesiastic category close
  • Financial category close
  • Official/political category close
  • Computer category close
Emotional abusers also tend to invalidate your feelings with comments like,‘Why are you making such a big deal out of this?
Επίσης, ένας συναισθηματικά κακοποιητικός σύντροφος τείνει να ακυρώνει τα συναισθήματά σου, με φράσεις όπως:«Γιατί το κάνεις τόσο μεγάλο ζήτημα;» ή«Ω, καημένο μου,?
Emotional abusers also tend to invalidate your feelings with comments like,‘Why are you making such a big deal out of this?
Επίσης, οι συναισθηματικά κακοποιητικοί σύντροφοι τείνουν να ακυρώνουν τα συναισθήματά σας, με φράσεις όπως«Γιατί το κάνεις τόσο μεγάλο ζήτημα;» ή«Ω, καημένο μου,?
If you want to invalidate all of the existing keys created since you took ownership of the TPM, you can clear
Αν θέλετε να ακυρώσετε όλα τα υπάρχοντα κλειδιά που έχουν δημιουργηθεί από τη στιγμή ανάληψης κατοχής της TPM,
because I'm gonna figure out a way to invalidate that goddamn deal.
τι έχουμε για τη δίκη, επειδή θα βρω τρόπο να ακυρώσω την αναθεματισμένη συμφωνία.
The upper house of the Swiss parliament on Wednesday voted to invalidate its 1992 application to join the European Union,
Συγκεκριμένα η άνω βουλή του ελβετικού κοινοβουλίου ψήφισε την Τετάρτη την ακύρωση της από το 1992 άιτησης για ένταξη στην ΕΕ,
On December 22, 2017 a British company, John& Pascalis Ltd, filed three separate applications to invalidate or revoke the trademark.
Το όλο θέμα ξεκίνησε στις 22/12/2017 όταν η βρετανική εταιρεία Giannos&Pascalis ltd υπέβαλε τρεις ξεχωριστές αιτήσεις για να ακυρώσει ή να ανακαλέσει το εμπορικό σήμα που είχε κατοχυρωθεί στην Κύπρο.
He rejected it emotionally, but he did not advance a single tenable argument to invalidate its rationale.
Τον αντέκρουσε συναισθηματικά, αλλά δεν πρόβαλε ούτε ένα ισχυρό επιχείρημα για να ακυρώσει το σκεπτικό του.
If their ego is looking for a way to invalidate the material, or throw up obstacles to learning,
Εάν το εγώ τους προσβλέπει να βρει τρόπους να ακυρώσει το υλικό, ή να τοποθετήσει εμπόδια στη μάθηση,
( a) to invalidate any provision in force on the operative date so long as any person then entitled to the benefit of that provision
(α) ακύρωση οποιασδήποτε διάταξης που βρίσκεται σε ισχύ κατά την έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου εφόσον οποιοδήποτε πρόσωπο που τότε εδικαιούτο ευεργέτημα εκείνης της διάταξης
It's an attempt to invalidate or dismiss someone's opinion because of their age,
Είναι μια προσπάθεια να ακυρώσει ή να απορρίψει κανείς τις απόψεις κάποιου άλλου λόγω της ηλικίας του,
it should be possible to invalidate the customs declaration on customs initiative.
θα πρέπει να είναι δυνατή η ακύρωση της τελωνειακής διασάφησης με πρωτοβουλία των τελωνείων.
Following the decision of the Superior Court of Quebec to invalidate certain articles of law on the vape,
Μετά την απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου του Κεμπέκ για την ακύρωση ορισμένων άρθρων νόμου σχετικά με το κρασί,
is reused by subsequent callers of the stored procedure until some action occurs to invalidate the plan and force a recompilation.
είναι εκ νέου από μεταγενέστερες καλούντες της αποθηκευμένης διαδικασίας μέχρι να παρουσιαστεί κάποια ενέργεια για να ακυρώσει το σχέδιο και επιβάλλει έναν recompilation.
had no right, on the basis of the OLME articles of association, to invalidate the decision taken by general assemblies,
επισήμαναν ότι«ενώ δεν είχαν κανένα δικαίωμα σύμφωνα με το καταστατικό της ΟΛΜΕ να αναιρέσουν την απόφαση των Γενικών Συνελεύσεων,
to reinforce the efforts of Member States to invalidate the travel documents of persons suspected of wanting to join terrorist groups outside the EU.
για να ενισχυθούν οι προσπάθειες που καταβάλλονται από τα κράτη μέλη για την ακύρωση των ταξιδιωτικών εγγράφων προσώπων για τα οποία υπάρχουν υπόνοιες ότι επιθυμούν να ενταχθούν σε τρομοκρατικές ομάδες εκτός της ΕΕ.
Therefore dealing with the crisis primarily requires institutional changes in order to invalidate the root cause of crisis
Η αντιμετώπιση της κρίσης συνεπώς, απαιτεί πρωτίστως αλλαγές των θεσμών ώστε να ακυρωθεί η βαθύτερη αιτία της κρίσης,
We don't want to invalidate practice the pros have been putting in for the largest tournament of the year, so we're just
Δεν θέλουμε να ακυρώσουμε όλες αυτές τις ώρες εξάσκησης που έχουν επενδύσει οι επαγγελματίες στην προετοιμασία τους για το μεγαλύτερο τουρνουά της χρονιάς,
political elite to invalidate a verdict legitimately delivered by the people a few months ago.
με στόχο να ακυρωθεί μία ετυμηγορία που εξέδωσε νόμιμα ο λαός πριν από μερικούς μήνες.
Materialistic sciences have sought to invalidate the entire field by shrugging the problem off with the equally impossible answers that one is merely meat
Οι υλιστικές επιστήμες προσπάθησαν να ακυρώσουν ολόκληρο το πεδίο υποβαθμίζοντας το πρόβλημα, δίνοντας τις απίθανες απαντήσεις ότι κάποιος είναι αποκλειστικά
when used to attempt to invalidate a patent.
λιγότερα εμπόδια στα στοιχεία, όταν χρησιμοποιούνται για να ακυρωθεί ένα δίπλωμα ευρεσιτεχνίας.
Results: 92, Time: 0.0527

Word-for-word translation

Top dictionary queries

English - Greek