BASIC PREREQUISITE in Greek translation

['beisik ˌpriː'rekwizit]
['beisik ˌpriː'rekwizit]
βασικής προϋπόθεσης
βασικός όρος
basic condition
key condition
fundamental condition
key term
essential condition
basic prerequisite
main condition
βασικό προαπαιτούμενο

Examples of using Basic prerequisite in English and their translations into Greek

{-}
  • Official category close
  • Colloquial category close
  • Medicine category close
  • Ecclesiastic category close
  • Financial category close
  • Official/political category close
  • Computer category close
There exist two basic prerequisites, however, on how control is to be carried out.
Υπάρχουν όμως δύο βασικές προϋποθέσεις για το πώς θα γίνεται ο έλεγχος.
Basic prerequisites for participation in the programme are.
Βασικές προϋποθέσεις για τη συμμετοχή στο πρόγραμμα είναι.
The basic prerequisites for achieving the desired result are.
Οι βασικές προϋποθέσεις για την επίτευξη του επιθυμητού αποτελέσματος είναι οι εξής.
Basic prerequisites and information.
Βασικές προϋποθέσεις και πληροφορίες.
Company basic prerequisites, obligations and rights on privacy issues in mobile phone applications.
Βασικές προϋποθέσεις, υποχρεώσεις και δικαιώματα εταιριών για θέματα ιδιωτικότητας σε εφαρμογές κινητών τηλεφώνων.
These are the basic prerequisites for membership.
Αποτελούν βασικές προϋποθέσεις ένταξης.
rhetoric have deprived diplomacy of its most basic prerequisites.
η ρητορική του Λευκού Οίκου στερούνται βασικές προϋποθέσεις της διπλωματίας.
Basic prerequisites for being healed are awareness of the illness,
Βασική προϋπόθεση της θεραπείας είναι η συνειδητοποίηση της ασθενείας
MORSETO company is spesialized in furniture accessories having as basic prerequisites the quality of our products.
Η εταιρεία ΜΟΡΣΕΤΟ είναι ειδική στον τομέα των ειδών επιπλοποιίας έχοντας ως βασική προϋπόθεση την ποιότητα των υλικών μας.
The basic prerequisites of the study were that all daydays and communal areas have
Βασικές προϋποθέσεις της μελέτης ήταν όλοι οι χώροι διημέρευσης
access are the basic prerequisites, training is the second pillar towards bridging the digital divide.
η δυνατότητα πρόσβασης σε αυτές αποτελούν βασικές προϋποθέσεις, η εκπαίδευση αποτελεί απαραίτητο πυλώνα για τη γεφύρωση του ψηφιακού χάσματος.
Despite the basic prerequisites of emergence of the disease,
Παρά τις βασικές προϋποθέσεις για την εμφάνιση της ασθένειας,
Digitization is one of the basic prerequisites for sustainability, which in turn is the goal of our shared environmental responsibility.
Η ψηφιοποίηση είναι μια από τις βασικές προϋποθέσεις για βιωσιμότητα, η οποία με τη σειρά της είναι ο στόχος της κοινής περιβαλλοντικής μας ευθύνης.
We have talked about the basic principles, the basic prerequisites in which Western thought moves.
Μιλήσαμε για τις βασικές αρχές, τις βασικές προϋποθέσεις μέσα στις οποίες κινείται η Δυτική σκέψη.
Basic prerequisites are plenty of light, suitable temperature, adequate watering
Βασικές προϋποθέσεις είναι να φροντίσετε το φυτό να έχει άφθονο φως,
choice of sonorousnames- the basic prerequisites for creating an effective logo,
επιλογή των ηχητικώνονόματα- οι βασικές προϋποθέσεις για τη δημιουργία ενός αποτελεσματικού λογότυπου,
is one of the basic prerequisites for a society.
είναι μία από τις βασικές προϋποθέσεις για την ομαλή λειτουργία μίας κοινωνίας.
about the nature of this compromise and that was one of the basic prerequisites of the compromise package.
για τον χαρακτήρα αυτού του συμβιβασμού και αυτή ήταν μία από τις βασικές προϋποθέσεις για τη συμφωνία επί της συγκεκριμένης συμβιβαστικής δέσμης.
social consensus are obviously basic prerequisites for the country's moving ahead again.
η κοινωνική συναίνεση είναι, αυτονόητα, βασικές προϋποθέσεις για να ξαναπάει μπροστά ο τόπος.
impeccable collaboration with customers over the years are the basic prerequisites for M& F cleaning's ongoing upward trend.
η άψογη συνεργασία με τους πελάτες στο πέρασμα του χρόνου αποτελούν τις βασικές προϋποθέσεις για τη συνεχή ανοδική πορεία της M& F cleaning.
Results: 112, Time: 0.0377

Word-for-word translation

Top dictionary queries

English - Greek