BEGAN TO DEVELOP in Greek translation

[bi'gæn tə di'veləp]
[bi'gæn tə di'veləp]
ξεκίνησαν να αναπτύσσουν
άρχισε να εξελίσσεται
άρχισαν να δημιουργούνται
άρχισε να διαμορφώνεται
ξεκίνησε να αναπτύσσει

Examples of using Began to develop in English and their translations into Greek

{-}
  • Colloquial category close
  • Official category close
  • Medicine category close
  • Ecclesiastic category close
  • Financial category close
  • Official/political category close
  • Computer category close
The state of things changed when industry began to develop.
Η κατάσταση των πραγμάτων άλλαξε όταν άρχισε να αναπτύσσεται η βιομηχανία.
Then began to develop the feudal relations of production.
Μέσα στη φεουδαρχία άρχισαν να αναπτύσσονται οι καπιταλιστικές σχέσεις παραγωγής.
HUADE began to develop the automated storage system electric mobile racking.
HUADE άρχισε να αναπτύσσει τον αυτοματοποιημένο ηλεκτρικό κινητό βασανισμό συστημάτων αποθήκευσης.
After the airline industry began to develop rapidly.
Μετά την αεροπορική βιομηχανία άρχισε να αναπτύσσεται γρήγορα.
Soon, Christian communities began to develop and flourish in Spain.
Σύντομα, άρχισαν να αναπτύσσονται και να ευημερούν στην Ισπανία Χριστιανικές κοινότητες.
You have founded a colony of settlers and began to develop the planet.
Έχετε ίδρυσε μια αποικία των εποίκων και άρχισε να αναπτύσσει τον πλανήτη.
After the war the economy began to develop rapidly.
Μετά τον πόλεμο, η οικονομία άρχισε να αναπτύσσεται γρήγορα.
Eyes began to develop 550 million years ago.
Τα μάτια άρχισαν να αναπτύσσονται 550 εκατομμύρια χρόνια πριν.
here tourism began to develop only recently.
εδώ ο τουρισμός άρχισε να αναπτύσσεται μόλις πρόσφατα.
Eyes began to develop 550 million years ago.
Τα μάτια άρχισαν να αναπτύσσονται πριν από 550 εκατομμύρια χρόνια.
The settlement of Bran began to develop.
Ο οικισμός του Μπραν άρχισε να αναπτύσσεται δίπλα.
In the 1970s, the party's apparatus began to develop.
Στη δεκαετία του'70 οι συσκευές του συμβαλλόμενου μέρους άρχισαν να αναπτύσσονται.
Hence, my imagination and skills began to develop as well.
Έτσι, η φαντασία και οι ικανότητές μου άρχισαν να αναπτύσσονται επίσης.
But capitalism also began to develop in the Eastern states.
Ο καπιταλισμός όμως αρχίζει να αναπτύσσεται και στα ανατολικά κράτη.
Postal workers, for example, began to develop real links.
Oι ταχυδρομικοί, για παράδειγμα, άρχισαν να αναπτύσουν πραγματικούς δεσμούς μεταξύ τους.
A strange unity began to develop.
Μια ιδιότυπη συμμαχία μάλιστα έχει αρχίσει να αναπτύσσεται.
the economy began to develop.
η οικονομία άρχισε να αναπτύσσεται.
astronauts from the International Space Station began to develop an experiment to grow seeds of Peruvian potatoes on Mars.
αστροναύτες στο Διεθνή Αστρονομικό Σταθμό ξεκίνησαν να αναπτύσσουν ένα πείραμα για την καλλιέργεια σπόρων περουβιανής πατάτας στον Άρη.
the economy began to develop.
η οικονομία άρχισε να αναπτύσσεται.
In 1989, Qatar and Iran began to develop the South Pars/North Dome field,
Συγκεκριμένα, το 1989, το Κατάρ και το Ιράν ξεκίνησαν να αναπτύσσουν το κοίτασμα South Pars/ North Dome,
Results: 297, Time: 0.0675

Word-for-word translation

Top dictionary queries

English - Greek