COMMIT CRIMES in Greek translation

[kə'mit kraimz]
[kə'mit kraimz]
εγκληματούν
κάνουν εγκλήματα

Examples of using Commit crimes in English and their translations into Greek

{-}
  • Official category close
  • Colloquial category close
  • Medicine category close
  • Ecclesiastic category close
  • Financial category close
  • Official/political category close
  • Computer category close
The main aim of the summit is to ensure that people who commit crimes can be arrested
Ο κύριος στόχος της συνόδου είναι να εξασφαλιστεί ότι τα άτομα που διαπράττουν εγκλήματα μπορούν να συλληφθούν
Criminal law is a system of laws that deals with the punishment of individuals who commit crimes.
Το ποινικό δίκαιο, είναι ένα σύστημα νόμων που αφορά την τιμωρία των ατόμων που διαπράττουν εγκλήματα.
Criminal Law is a system of law that involves the punishment of those who commit crimes.
Το ποινικό δίκαιο, είναι ένα σύστημα νόμων που αφορά την τιμωρία των ατόμων που διαπράττουν εγκλήματα.
Criminal law, is a system of laws concerned with the punishment of individuals who commit crimes.
Το ποινικό δίκαιο, είναι ένα σύστημα νόμων που αφορά την τιμωρία των ατόμων που διαπράττουν εγκλήματα.
Criminal law is a system of law concerned with the punishment of those who commit crimes.
Το ποινικό δίκαιο, είναι ένα σύστημα νόμων που αφορά την τιμωρία των ατόμων που διαπράττουν εγκλήματα.
Criminal Law is a system of laws which is concerned with punishment of individuals who commit crimes.
Το ποινικό δίκαιο, είναι ένα σύστημα νόμων που αφορά την τιμωρία των ατόμων που διαπράττουν εγκλήματα.
Criminal Law is a system of laws concerned with punishment of individuals who commit crimes.
Το ποινικό δίκαιο, είναι ένα σύστημα νόμων που αφορά την τιμωρία των ατόμων που διαπράττουν εγκλήματα.
In addition they can be called occasional criminals who commit crimes due to social milieu, and for them crime is an acquired habit.
Ε- Ο συνήθης εγκληματίας: Διαπράττει εγκλήματα λόγω του κοινωνικού περιβάλλοντος και το έγκλημα είναι για αυτόν μία επίκτητη συνήθεια.
and free people are free to make mistakes and commit crimes and do bad things.
ακαταστασία της ελευθερίας και οι ελεύθεροι άνθρωποι είναι ελεύθεροι να κάνουν λάθη, να διαπράττουν εγκλήματα και να κάνουν κακά πράγματα» είχε πει.
we fear they might commit crimes.
φοβόμαστε ότι μπορεί να διαπράξουν εγκλήματα.
terrorise the inhabitants and commit crimes against humanity.
να τρομοκρατούν τους κατοίκους και να διαπράττουν εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας.
free people are free to make mistakes and commit crimes and do bad things.
οι ελεύθεροι άνθρωποι είναι ελεύθεροι να κάνουν λάθη, και να διαπράττουν εγκλήματα και να κάνουν κακά πράγματα.
He also noted that cryptocurrencies such as Bitcoin were now being increasingly used to hide activities and commit crimes.
Σημείωσε επίσης ότι οι κρυπτοσυχνότητες όπως το Bitcoin χρησιμοποιούνταν όλο και περισσότερο για να κρύβουν δραστηριότητες και να διαπράττουν εγκλήματα.
magical powers were used magicians to entertain and commit crimes.
μαγικές δυνάμεις χρησιμοποιήθηκαν μάγοι για να διασκεδάσει και να διαπράττουν εγκλήματα.
Now if young people are on the receiving end of this upbringing, are directed by the state and commit crimes through abortions, why should we expect that they will not commit a crime later in life, against another person, when their selfishness demands it?
Και οι νέοι που σήμερα δέχονται αυτή την αγωγή και κατεύθυνση από την πολιτεία και με τις εκτρώσεις εγκληματούν, γιατί να μη εγκληματήσουν αργότερα εναντίον και ενός άλλου ανθρώπου, όταν η φιλαυτία τους το απαιτεί;?
in which the minority of people who commit crimes are isolated from the majority.
όπου η μειοψηφία των ανθρώπων που εγκληματούν απομονώνεται από την πλειοψηφία.
including recommendations on sentencing for survivors who commit crimes against their abuser, providing privacy protection for survivors
συμπεριλαμβάνοντας συστάσεις σχετικά με την καταδίκη όσων διέπραξαν εγκλήματα ενάντια στους βιαστές/βασανιστές τους και επέζησαν, παρέχοντας ιδιωτική προστασία
governments can commit crimes against the planet and society without retribution,
οι κυβερνήσεις μπορούν να διαπράττουν εγκλήματα κατά του πλανήτη και της κοινωνίας χωρίς αποζημίωση,
target people on the assumption that they might commit crimes in the future is absurd and unjust.
να στοχοποιηθούν άνθρωποι στην υπόθεση ότι ενδέχεται να διαπράξουν εγκλήματα στο μέλλον, είναι παράλογος και άδικος.
To declare that in the administration of the criminal law the end justifies the means-to declare that the Government may commit crimes in order to secure the conviction of a private criminal-would bring terrible retribution.
Το να δηλώνει κανείς ότι στο πλαίσιο της καταπολέμησης του εγκλήματος ο σκοπός αγιάζει τα μέσα-δηλαδή ότι το κράτος μπορεί να διαπράττει εγκλήματα για να επιτύχει την καταδίκη ενός εγκληματία- θα έχει τρομερές συνέπειες.
Results: 112, Time: 0.0345

Word-for-word translation

Top dictionary queries

English - Greek