DIRECT INTERACTION in Greek translation

[di'rekt ˌintə'rækʃn]
[di'rekt ˌintə'rækʃn]
άμεση διάδραση
απευθείας αλληλεπίδραση
direct interaction
άμεσης αλληλεπίδρασης

Examples of using Direct interaction in English and their translations into Greek

{-}
  • Colloquial category close
  • Official category close
  • Medicine category close
  • Ecclesiastic category close
  • Financial category close
  • Official/political category close
  • Computer category close
you will receive direct interaction with your lecturers in small discussion-based classes.
θα έχετε άμεση αλληλεπίδραση με τους διδάσκοντες σας σε μικρές μαθήματα που βασίζονται σε συζήτηση.
Participant observation involves the study of a particular individual or group of participants through direct interaction--i.e., immersion.
Η παρατήρηση του συμμετέχοντα περιλαμβάνει τη μελέτη ενός συγκεκριμένου ατόμου ή μιας ομάδας συμμετεχόντων μέσω άμεσης αλληλεπίδρασης- δηλαδή, βύθιση.
This environment affords greater opportunity to actively participate in discussions and has direct interaction with the professors.
Το περιβάλλον αυτό παρέχει μεγαλύτερη δυνατότητα να συμμετάσχουν ενεργά στις συζητήσεις και να έχουν άμεση αλληλεπίδραση με τους καθηγητές.
representatives in decision-making processes, while direct employee participation describes direct interaction between.
ως άμεση συμμετοχή νοείται η άμεση αλληλεπίδραση μεταξύ εργοδοτών και εργαζομένων.
remove intermediaries and facilitate direct interaction with consumers.
η απομάκρυνση των μεσαζόντων και η άμεση αλληλεπίδραση με τους καταναλωτές.
Scholars disagree about the meaning of this change- whether direct interaction with the gods was a new development
Κάποιοι μελετητές διαφωνούν για το νόημα αυτής της αλλαγής- για το αν η άμεση αλληλεπίδραση με τους θεούς ήταν μια νέα εξέλιξη
In order to improve our relationships and our direct interaction- involvement,
Προκειμένου να βελτιώσουμε τις σχέσεις μας και την άμεση αλληλεπίδραση- συμμετοχή μας,
while direct employee participation describes direct interaction between employers and employees.
ως άμεση συμμετοχή νοείται η άμεση αλληλεπίδραση μεταξύ εργοδοτών και εργαζομένων.
Direct interaction with companies and sectorial associations will also be sought to encourage more private sector engagement
Θα επιδιωχθεί επίσης άμεση διάδραση με τις επιχειρήσεις και τις τομεακές οργανώσεις προκειμένου να ενθαρρυνθεί η μεγαλύτερη συμμετοχή του ιδιωτικού τομέα
Direct interaction with companies and their associations will also be sought through dialogue to encourage more private sector engagement
Θα επιδιωχθεί επίσης άμεση διάδραση με επιχειρήσεις και με τις ενώσεις τους μέσω διαλόγου προκειμένου να ενθαρρυνθεί η μεγαλύτερη συμμετοχή του ιδιωτικού τομέα
timely and direct interaction involving both the Sales Department the Marketing and Support.
έγκαιρη και άμεση επικοινωνία που αφορά τόσο το τμήμα πωλήσεων όσο και αυτό του marketing και της υποστήριξης.
Direct interaction with companies and their sectorial associations will also be sought through sector-level dialogue mechanisms to encourage more private sector engagement
Θα επιδιωχθεί επίσης άμεση διάδραση με εταιρείες και τις τομεακές οργανώσεις τους μέσω μηχανισμών διαλόγου σε τομεακό επίπεδο για να ενθαρρυνθεί η μεγαλύτερη συμμετοχή του ιδιωτικού τομέα
Parents are consistent and evolving role models not only through direct interaction with their children, but also by setting examples of attitude
Οι γονείς αποτελούν πρότυπα για τα παιδιά τους, όχι μόνο μέσω της άμεσης αλληλεπίδρασης, αλλά και μέσω της παραδειγματικής τους συμπεριφοράς, τόσο απέναντι στην οικογένεια όσο
the two individuals often engage in direct interaction.
συχνά τα δύο άτομα συμπλέκονται σε άμεση διάδραση.
takes the form of direct interaction between the KICs and the EIT with the relevant Commission services.
έχει τη μορφή άμεσης αλληλεπίδρασης των ΚΓΚ και του ΕΙΤ με τις αντίστοιχες υπηρεσίες της Επιτροπής.
contact with other cultures, whether through direct interaction with other people
την επαφή με άλλους πολιτισμούς, είτε μέσω της άμεσης αλληλεπίδρασης με άλλους ανθρώπους είτε μέσω της τέχνης,
Publishing in Physical Review Letters the researchers from the Complex Networks group at Queen Mary's School of Mathematical Sciences describe how different areas in the brain can have an association despite a lack of direct interaction.
Οι ερευνητές από την ομάδα Πολύπλοκων Δικτύων της Σχολής Μαθηματικών Επιστημών στο Queen Mary περιγράφουν το πώς διαφορετικές περιοχές του εγκεφάλου μπορούν να συσχετίζονται παρά την έλλειψη άμεσης αλληλεπίδρασης μεταξύ τους.
created by political elites, but rather derived through direct interaction between the individual and the world.
με νόμους που δεν δημιουργούνται από πολιτικές ελίτ αλλά πηγάζουν μέσω της άμεσης αλληλεπίδρασης ανάμεσα στο άτομο και τον κόσμο.
The ultimate goal to use this technology is to enhance memory function and provide more direct interaction between human and computer interfaces
Ο απώτερος στόχος της χρήσης αυτής της τεχνολογίας είναι η ενίσχυση της λειτουργίας μνήμης και η παροχή άμεσης αλληλεπίδρασης μεταξύ διεπαφών ανθρώπου
Academic Travel and direct interaction with a multilingual Swiss community,
Ακαδημαϊκό ταξίδι και Άμεση αλληλεπίδραση με μια πολυγλωσσική ελβετική κοινότητα,
Results: 119, Time: 0.0407

Word-for-word translation

Top dictionary queries

English - Greek