RANDOM SAMPLING in Greek translation

['rændəm 'sɑːmpliŋ]
['rændəm 'sɑːmpliŋ]
τυχαίας δειγματοληψίας
χαία δειγματοληψία
τυχαίων δειγματοληπτικών

Examples of using Random sampling in English and their translations into Greek

{-}
  • Financial category close
  • Official category close
  • Colloquial category close
  • Medicine category close
  • Ecclesiastic category close
  • Official/political category close
  • Computer category close
in particular through conducting random sampling of data processing operations;
ιδίως μέσω της διενέργειας τυχαίας δειγματοληψίας επί των διαδικασιών επεξεργασίας δεδομένων·.
Monte Carlo methods are a class of computational algorithms that rely on repeated random sampling to compute their results.
Οι μέθοδοι Μόντε Κάρλο είναι μεγάλη κατηγορία υπολογιστικών αλγορίθμων που στηρίζονται σε τυχαία δειγματοληψία με σκοπό την εξαγωγή αριθμητικών αποτελεσμάτων.
Material-Method: To measure the satisfaction of health service users was chosen a sample of 400 people using the method of stratified random sampling.
ΥΛΙΚΟ-ΜΕΘΟΔΟΣ Για τη μέτρηση της ικανοποίησης των χρηστών των υπηρεσιών υγείας επιλέχθηκε δείγμα 300 ατόμων με τη μέθοδο της στρωματοποιημένης τυχαίας δειγματοληψίας.
A random sampling of the scientists I know indicates that so far, it is not.
Μια τυχαία δειγματοληψία των επιστημόνων που γνωρίζω καταδεικνύει ότι προς το παρόν δεν μπορεί.
Specifically, they tested an anomaly known as the quantum Hall effect using a technique called quantum Monte Carlo- a computational method that uses random sampling to study complex quantum systems.
Συγκεκριμένα, εξέτασαν μια ανωμαλία γνωστή ως κβαντικο φαινόμενο Hallχρησιμοποιώντας μια τεχνική που ονομάζεται κβαντικό Monte Carlo- μια υπολογιστική μέθοδος που χρησιμοποιεί τυχαία δειγματοληψία για τη μελέτη σύνθετων κβαντικών συστημάτων.
Traditionally, random sampling plans were preferred over systematic sampling plans because random sampling helped to avoid subjective selection of sample locations.
Παραδοσιακά, η τυχαία δειγματοληψία προτιμάται από τα συστηματικά σχέδια δειγματοληψίας, διότι με αυτή αποφεύγεται η υποκειμενική επιλογή των δειγματοληπτικών θέσεων.
the social network carried out random sampling.
το Facebook πραγματοποίησε τυχαία δειγματοληψία.
NCBs may choose the inclusion of all institutions for some strata, random sampling for other strata and the selection of the largest institutions for still other strata.
Οι ΕθνΚΤ μπορούν να προκρίνουν την επιλογή όλων των ιδρυμάτων για ορισμένα στρώματα, την τυχαία δειγματοληψία για κάποια άλλα στρώματα και την επιλογή των μεγαλύτερων ιδρυμάτων για κάποια τρίτα στρώματα.
The national electoral authorities should rely on random sampling, as proposed by the European Parliament.
Οι εθνικές εκλογικές αρχές θα πρέπει να βασίζονται σε τυχαία δειγματοληψία, όπως προτάθηκε από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.
The uncertainty due to random sampling can be determined using the procedure laid down in ISO 11222(2002)"Air Quality- Determination of the Uncertainty of the Time Average of Air Quality Measurements".
Η αβεβαιότητα που οφείλεται στην τυχαία δειγματοληψία μπορεί να καθορίζεται βάσει της διαδικασίας που προβλέπεται στο ISO 11222(2002)«Ποιότητα του αέρα- Καθορισμός του επιπέδου αβεβαιότητας του χρονικού μέσου όρου των μετρήσεων της ποιότητας του αέρα».
interviewing a random sampling of over 400 Syrian
μέσω συνεντεύξεων με ένα τυχαίο δείγμα πάνω από 400 προσφύγων
women who went online to view a random sampling of silent five- to 10-second videos intended to evoke a broad range of emotions.
γυναικών που παρακολούθησαν διαδικτυακά ένα τυχαίο δείγμα από διάφορα βίντεο διάρκειας 5-10 δευτερολέπτων, προκειμένου να προκληθεί ένα ευρύ φάσμα συναισθημάτων.
Although the importance of random sampling as a supplementary element was generally recognised in the Member States, statistical random selection
Παρόλο που η σημασία της τυχαίας δειγματοληψίας, ως συμπληρωματικού στοιχείου, αναγνωριζόταν γενικά από τα κράτη μέλη,
then the margin of error may only take random sampling error into account.
τότε το περιθώριο σφάλματος μπορεί να πάρει υπόψη μόνο τυχαίο δείγμα σφάλματος.
its procedures state that audits of operations can be selected for re-performance using random sampling, a risk-based approach
βάσει των διαδικασιών της, η επιλογή των ελέγχων πράξεων για επαναδιενέργεια μπορεί να γίνει με τη χρήση τυχαίας δειγματοληψίας, προσέγγισης βάσει κινδύνου
women went online to view a random sampling of silent 5- to-10-second videos intended to evoke a broad range of emotions.
γυναικών που παρακολούθησαν διαδικτυακά ένα τυχαίο δείγμα από διάφορα βίντεο διάρκειας 5-10 δευτερολέπτων, προκειμένου να προκληθεί ένα ευρύ φάσμα συναισθημάτων.
NCBs shall either include all institutions in the stratum, carry out random sampling or select the largest institutions per stratum.
οι ΕθνΚΤ επιλέγουν όλα τα ιδρύματα στο στρώμα ή διεξάγουν τυχαία δειγματοληψία ή επιλέγουν τα μεγαλύτερα ιδρύματα από κάθε στρώμα.
which may be based on random sampling.
οι οποίοι μπορούν να βασίζονται σε τυχαία δειγματοληψία.
As a general rule, the accuracy to be achieved should be at least equivalent to what would be obtained by a simple random sampling method, where inspections shall cover 20% of all landings of species subject to a multiannual plan by weight in a Member State.
Κατά γενικό κανόνα, η επιτευκτέα ακρίβεια πρέπει να είναι τουλάχιστον ισοδύναμη με αυτήν που θα επιτυγχανόταν με μια μέθοδο απλής τυχαίας δειγματοληψίας, στο πλαίσιο της οποίας οι επιθεωρήσεις καλύπτουν ποσοστό 20 %, κατά βάρος, όλων των εκφορτώσεων ειδών τα οποία υπάγονται σε πολυετές σχέδιο σε κράτος μέλος.
Disregarding these two factors, selection must be carried out as rigorously as possible in accordance with the principle of random sampling Ń the sample must be drawn at random from the subset of farms within the field of survey which fulfil the two conditions mentioned(5).
Αν εξαιρεθούν αυτοί οι δύο παράγοντες, η επιλογή θα πρέπει να γίνεται με την όσο το δυνατόν αυστηρότερη τήρηση της αρχής της τυχαίας δειγματοληψίας: το δείγμα θα πρέπει να λαμβάνεται στην τύχη μέσα από το υποσύνολο του πεδίου παρατήρησης που αποτελείται από τους κατόχους εκμεταλλεύσεων οι οποίοι πληρούν τους δύο προαναφερόμενους όρους(5).
Results: 70, Time: 0.0342

Word-for-word translation

Top dictionary queries

English - Greek