TO EXPLOIT in Greek translation

[tə 'eksploit]

Examples of using To exploit in English and their translations into Greek

{-}
  • Colloquial category close
  • Official category close
  • Medicine category close
  • Ecclesiastic category close
  • Financial category close
  • Official/political category close
  • Computer category close
He decided to exploit her and make money.
Του αποφάσισε να την εκμεταλλευτεί και να κερδίσει κάποια χρήματα.
To exploit better the advantages of central purchasing
Να αξιοποιούν καλύτερα τα πλεονεκτήματα των κεντρικών αγορών
And anyone who has the power and money to exploit simple people.
Και όποιον έχει τη δύναμη και τα χρήματα να εκμεταλλεύεται τους απλούς ανθρώπους.
Third person who wants to exploit them commercially.
Αμερικανικές εταιρείες που επιθυμούν να το αξιοποιήσουν εμπορικά.
Avoid falling prey to malicious cybercriminals seeking to exploit you.
Αποφύγετε να πέσετε θύματα κακόβουλων κυβερνοεγκληματιών που προσπαθούν να σας εκμεταλλευτούν.
To exploit the potential of our youth
Να αξιοποιήσουμε τη δυναμική των νέων μας
Wants to exploit it.
Θέλει να τον εκμεταλλευτεί.
They're continuing to exploit them.
Συνεχίζουν να τους εκμεταλλεύονται.
Mammals are supreme in their ability to exploit such fleeting opportunities.
Τα θηλαστικά έχουν καταπληκτικές ικανότητες να αξιοποιούν τέτοιες φευγαλέες ευκαιρίες.
He waited for the right time to exploit it.
Περίμεναν την κατάλληλη στιγμή για να τον χρησιμοποιήσουν.
We all support Cyprus' right to exploit its resources.
Η Κομισιόν αναγνωρίζει το δικαίωμα της Κύπρου να εκμεταλλεύεται τους πόρους της.
I saw many people who tried to exploit him.
Είδα πολλούς ανθρώπους που προσπάθησαν να τον εκμεταλλευτούν.
And we need to exploit that opportunity while--.
Και πρέπει να αξιοποιήσουμε αυτή την ευκαιρία πριν.
Eduardo was only trying to exploit the"Shooting" scandal.
Ο Eduardo απλά προσπαθούσε να εκμεταλλευτεί το σκάνδαλο του"Πυροβολισμού".
On the contrary, they make it possible for majorities to exploit minorities.
Αντιθέτως, καθιστούν δυνατό για τις πλειοψηφίες το να εκμεταλλεύονται μειονότητες.
has learnt how to exploit it.
έχει μάθει να το εκμεταλλεύεται.
Radicals are going to try to exploit the situation.
Οι"Ριζοσπάστες" θα προσπαθήσουν να εκμεταλλευτούν της κατάστασης.
We must try to exploit human innovation.
Πρέπει να προσπαθήσουμε να αξιοποιήσουμε την ανθρώπινη καινοτομία.
Russia, meanwhile, has sought to exploit this situation.
Η Ρωσία προσπάθησε να εκμεταλλευτεί αυτή την κατάσταση.
Witches know well how to exploit your folly.
Οι μάγισσες ξέρουν καλά πώς να εκμεταλλεύονται την τρέλα σας.
Results: 2882, Time: 0.0585

Word-for-word translation

Top dictionary queries

English - Greek