CHANGES IN LIFESTYLE in Greek translation

Examples of using Changes in lifestyle in English and their translations into Greek

{-}
  • Official category close
  • Colloquial category close
  • Medicine category close
  • Ecclesiastic category close
  • Financial category close
  • Official/political category close
  • Computer category close
they often can be relieved by changes in lifestyle or diet.
συχνά μπορεί να απαλλαγείτε με αλλαγές στον τρόπο ζωής ή διατροφής.
Changes in lifestyle, the increasing availability of processed foods,
Οι αλλαγές στον τρόπο ζωής, η αυξανόμενη διαθεσιμότητα των επεξεργασμένων τροφίμων,
Changes in lifestyle, the increasing availability of processed foods,
Οι αλλαγές στον τρόπο ζωής, η αύξηση της διαθεσιμότητας των επεξεργασμένων τροφίμων,
Sorry: Changes in lifestyle will be required for many,
Θλιβερός: Οι αλλαγές στον τρόπο ζωής θα απαιτηθούν για πολλές,
Acipimox-containing medicines should be used when changes in lifestyle, including diet
Τα φαρμακευτικά προϊόντα που περιέχουν ασιπιμόξη πρέπει να χρησιμοποιούνται όταν οι αλλαγές στον τρόπο ζωής(όπως η δίαιτα
But studies show that changes in lifestyle behaviors over the weekend can lead to worse sleep
Μελέτες δείχνουν ότι οι αλλαγές στον τρόπο ζωής κατά τη διάρκεια του σαββατοκύριακου μπορεί να προκαλέσουν δυσκολία στον ύπνο
If changes in lifestyle in those with mild diabetes has not resulted in improved blood sugars within six weeks,
Σε περίπτωση που οι αλλαγές στον τρόπο ζωής, σε άτομα με ήπιο διαβήτη, δεν επιφέρει αποτελέσματα βελτιωμένων σακχάρων αίματος μέσα σε έξι εβδομάδες,
at a risk of developing it, changes in lifestyle can help maintain your figures under control.
κινδυνεύετε να την αναπτύξετε, οι αλλαγές στον τρόπο ζωής μπορούν να σας βοηθήσουν να διατηρήσετε τους αριθμούς σας υπό έλεγχο.
If gastroesophageal reflux symptoms persist, despite changes in lifestyle, medication is required to neutralise stomach acid
Εάν τα συμπτώματα επιμένουν παρά τις αλλαγές στον τρόπο ζωής χρειάζεται φαρμακευτική αγωγή για την εξουδετέρωση των οξέων του στομάχου καθώς
People are not afraid to make big changes in lifestyle if they're worth it.
Άρα ο κόσμος δεν φοβάται να κάνει αλλαγές στον τρόπο της ζωής του, αν το αξίζουν.
Changes in lifestyle, stress, medications,
Οι αλλαγές στον τρόπο ζωής, το στρες, τα φάρμακα,
Changes in lifestyle, the increasing availability of processed foods,
Οι αλλαγές στον τρόπο ζωής, η αυξανόμενη διαθεσιμότητα των επεξεργασμένων τροφίμων,
Changes in lifestyle to reduce possible symptoms,
Οι αλλαγές στον τρόπο ζωής μειώνουν τα συμπτώματα,
With present changes in lifestyle, commercially available baby food plays a growing role in the diet of children
Με τις αλλαγές στον τρόπο ζωής, οι διαθέσιμες στο εμπόριο παιδικές τροφές παίζουν σημαντικό ρόλο στη διατροφή των παιδιών
The World Health Organization has stated that more than three-quarters of all CVD mortality may be prevented with adequate changes in lifestyle.
Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, πάνω από τα 3/4 της συνολικής καρδιαγγειακής θνησιμότητας μπορούν να προληφθούν με τις κατάλληλες αλλαγές στον τρόπο ζωής.
the reduction in the incidence of diabetes was directly associated with changes in lifestyle.
58% στην ομάδα παρέμβασης, ένα αποτέλεσμα άμεσα συνδεδεμένο με τις αλλαγές στον τρόπο ζωής.
(HU) With the collapse of Europe's borders and changes in lifestyle, there are several million European citizens who were born in one country,
(HU) Με την κατάργηση των ευρωπαϊκών συνόρων και τις αλλαγές στον τρόπο ζωής, υπάρχουν αρκετά εκατομμύρια ευρωπαίοι πολίτες που γεννήθηκαν σε μία χώρα,
these diseases also improve with changes in lifestyle, such as diet and exercise.
αυτές οι ασθένειες βελτιώνονται επίσης με τις αλλαγές στον τρόπο ζωής, όπως η διατροφή και η άσκηση.
so people are not afraid to make big changes in lifestyle if they're worth it.
είναι μεγάλη αλλαγή στον τρόπο ζωής σας, άρα ο κόσμος δεν φοβάται να κάνει αλλαγές στον τρόπο της ζωής του, αν το αξίζουν.
confidence in the ability to cope with a newborn and changes in lifestyle.
την εμπιστοσύνη σας στην ικανότητα να αντιμετωπίσει με ένα νεογέννητο και οι αλλαγές στον τρόπο ζωής.
Results: 122, Time: 0.057

Word-for-word translation

Top dictionary queries

English - Greek