DEALING WITH THE PROBLEM in Greek translation

['diːliŋ wið ðə 'prɒbləm]
['diːliŋ wið ðə 'prɒbləm]
αντιμετωπίζουμε το πρόβλημα
ασχολούνται με το πρόβλημα
να αντιμετωπίση το πρόβλημα

Examples of using Dealing with the problem in English and their translations into Greek

{-}
  • Official category close
  • Colloquial category close
  • Medicine category close
  • Ecclesiastic category close
  • Financial category close
  • Official/political category close
  • Computer category close
Mark Zuckerberg published a detailed post Friday night describing ways the company is considering dealing with the problem.
ο Mark Zuckerberg, μετά το βράδυ της Παρασκευής, δημοσίευσε μια λεπτομερή αναφορά περιγράφοντας τους τρόπους που η εταρεία εξετάζει να αντιμετωπίση το πρόβλημα.
above direct financial aid for communities dealing with the problem, an appropriate fiscal policy will be devised for organisations performing so-called'ergotherapy', in other words rehabilitation through work.
εκτός από την άμεση οικονομική βοήθεια προς τις κοινότητες που αντιμετωπίζουν το πρόβλημα, θα επινοηθεί η κατάλληλη δημοσιονομική πολιτική για τους οργανισμούς που πραγματοποιούν την επονομαζόμενη"εργοθεραπεία", με άλλα λόγια αποκατάσταση μέσω της εργασίας.
A specialist gastroenterologist informs the family about the options available for dealing with the problem, and, in the event that a gastric feeding tube is required, the patient is transferred by ambulance to a clinic for a few hours.
Ειδικός γαστρεντερολόγος ενημερώνει το περιβάλλον για τις επιλογές της αντιμετώπισης του προβλήματος και στην περίπτωση που απαιτείται τοποθέτηση γαστροστομίας ο ασθενής μεταφέρεται με ασθενοφόρο σε κλινική για λίγες ώρες.
Supervising the student from the designated faculty member is about designing the respective sampling research and the methodological dealing with the problem, as well as the relative inference and proposals for decision making
Η εποπτεία της διεξαγωγής της άσκησης του φοιτητή από το επιβλέπον μέλος ΔΕΠ του Τμήματος αφορά τόσο το σχεδιασμό της σχετικής δειγματοληπτικής έρευνας και της μεθοδολογικής αντιμετώπισης του προβλήματος, όσο και τη σχετική συμπερασματολογία
while the vast majority of them indicate the necessity for appropriate training for dealing with the problem.
η συντριπτική πλειοψηφία τους δηλώνει ότι χρειάζεται κατάλληλη εκπαίδευση για την αντιμετώπιση του προβλήματος.
what particular methods are best for dealing with the problem.
ποιες συγκεκριμένες μέθοδοι είναι οι καλύτερες για να αντιμετωπίσουμε το εκάστοτε πρόβλημα.
learning you gain from dealing with the problem and overcoming it may be the perfect stepping stone you need to move you on in your career.
η εμπειρία και η μάθηση που κερδίζετε από την αντιμετώπιση του προβλήματος και την υπερνίκηση του μπορεί να είναι το τέλειο βήμα για να προχωρήσετε στην καριέρα σας.
Mark Zuckerberg published a detailed post Friday night describing ways the company is considering dealing with the problem.
ο Mark Zuckerberg, μετά το βράδυ της Παρασκευής, δημοσίευσε μια λεπτομερή αναφορά περιγράφοντας τους τρόπους που η εταρεία εξετάζει να αντιμετωπίση το πρόβλημα.
provide the Commission with a restructuring plan which is appropriate for dealing with the problem, in order, in particular,
να υποβάλουν στην Επιτροπή κατάλληλο σχέδιο αναδιάρθρωσης για την αντιμετώπιση του προβλήματος, ειδικότερα δε για την ενίσχυση
We have to deal with the problem at hand.
We had to deal with the problem.
Έπρεπε να αντιμετωπίσουμε το πρόβλημα.
And best of all in this case antiviral drugs deal with the problem.
Και το καλύτερο από όλα σε αυτή την περίπτωση τα αντιιικά φάρμακα αντιμετωπίζουν το πρόβλημα.
For these cases it is appropriate Hondrocreamable to quickly and effectively deal with the problem.
Για τέτοιες περιπτώσεις, κατάλληλο Hondrocreamαυτό μπορεί γρήγορα και αποτελεσματικά να αντιμετωπίσουμε το πρόβλημα.
For such cases suitable Hondrocreamthat can quickly and effectively deal with the problem.
Για τέτοιες περιπτώσεις, κατάλληλο Hondrocreamαυτό μπορεί γρήγορα και αποτελεσματικά να αντιμετωπίσουμε το πρόβλημα.
Happily, David dealt with the problem like a man-a spiritual man.
Ευτυχώς, ο Δαβίδ αντιμετώπισε το πρόβλημα σαν άντρας-σαν πνευματικός άντρας.
Often have to deal with the problem of choosing a gift.
Συχνά πρέπει να αντιμετωπίσουν το πρόβλημα της επιλογής ενός δώρου.
Early Buddhism dealt with the problem of impermanence in a very rationale manner.
Πρόωρη Βουδισμός ασχολήθηκε με το πρόβλημα της παροδικότητας σε μια πολύ λογική τρόπο.
Let the kids deal with the problem.
Βοηθήστε τα παιδιά να αντιμετωπίσουν το πρόβλημα.
(CS) The bill under discussion deals with the problem of revenue-generating projects.
(CS) Το νομοσχέδιο υπό συζήτηση ασχολείται με το πρόβλημα των έργων που παράγουν έσοδα.
For these cases it is appropriate Hondrocreamable to quickly and effectively deal with the problem.
Για τέτοιες περιπτώσεις ταιριάζει Hondrocreamικανό να γρήγορα και αποτελεσματικά να αντιμετωπίσουν το πρόβλημα.
Results: 62, Time: 0.0642

Word-for-word translation

Top dictionary queries

English - Greek