WHEN IN DOUBT in Greek translation

[wen in daʊt]
[wen in daʊt]
when in doubt
όταν αμφιβάλλετε
when i'm doubting
σε περίπτωση αμφιβολίας
όταν υπάρχει αμφιβολία
όταν αμφιβάλλεις
when i'm doubting
όταν αμφιβάλεις
when i'm doubting
όταν αμφιβάλλουν
when i'm doubting
σε περίπτωση αμφιβολιών

Examples of using When in doubt in English and their translations into Greek

{-}
  • Colloquial category close
  • Official category close
  • Medicine category close
  • Ecclesiastic category close
  • Financial category close
  • Official/political category close
  • Computer category close
When in doubt, a good rule is to seek out other women.
Όταν υπάρχει αμφιβολία, ένας καλός κανόνας είναι να αναζητήσετε άλλες γυναίκες.
When in doubt, do less than more.
Όταν αμφιβάλλετε, κάντε λιγότερα.
When in doubt, just take the next small step.
Όταν αμφιβάλλεις για κάτι, απλώς κάνε το επόμενο μικρό βήμα.
When in doubt, go with common sense.
Σε περίπτωση αμφιβολιών, ακολουθήστε την κοινή λογική σας.
When in doubt, form line.
Όταν αμφιβάλεις, σχημάτισε παράταξη γραμμής.
When in doubt, choose simplicity.
Σε περίπτωση αμφιβολίας, επιλέξτε την απλότητα.
When in doubt, make tea.
When in doubt, φτιάξε τοστ.
When in doubt, go with less.
Όταν αμφιβάλλετε, κάντε λιγότερα.
Today's mantra: When in doubt, wipe up the wee with your trousers.
Supermom μάντρα: όταν υπάρχει αμφιβολία, σκουπίστε το ζεστό με τα παντελόνια σας.
When in doubt, physicalize.- Come on.
Όταν αμφιβάλλεις, δοκιμή στην πράξη".
When in doubt, follow the leader.
Όταν αμφιβάλεις, ακολουθησε τον ηγέτη.
When in doubt, give more time.
Σε περίπτωση αμφιβολιών είναι προτιμότερο να δίνεται περισσότερος χρόνος.
When in doubt, always ask your doctor about it.
Σε περίπτωση αμφιβολίας, ρωτήστε πάντα το γιατρό σας γι‘αυτό.
As the saying goes“When in doubt, wear red.”.
Όπως λένε“when in doubt, wear red!".
When in doubt, do less.
Όταν αμφιβάλλετε, κάντε λιγότερα.
When in doubt, tell yourself the truth.
Όταν αμφιβάλλεις, πες την αλήθεια.
From now on, when in doubt, arrest them!
Από δω και στο εξής, όταν αμφιβάλεις, να τους συλαμβάνεις!
But remember, when in doubt see your health care provider.
Αλλά θυμηθείτε, σε περίπτωση αμφιβολίας δείτε τον προμηθευτή υγειονομικής περίθαλψής σας.
When in doubt, make an effort.
When in doubt, φτιάξε τοστ.
When in doubt, ask for medical advice.
Όταν αμφιβάλλετε, αναζητήστε ιατρική συμβουλή.
Results: 167, Time: 0.0494

Word-for-word translation

Top dictionary queries

English - Greek