QUANTIFYING in Greek translation

['kwɒntifaiiŋ]
['kwɒntifaiiŋ]
ποσοτικοποίηση
quantification
quantify
quantitation
quantization
ποσοτικό προσδιορισμό
quantification
quantifying
quantitative assessment
assay
quantitative determination
quantitation
ποσοτικοποιώντας
ποσοτικοποιείται
quantified
is
μετρώντας
i count
i measure
i matter
i'm countin
tally
ποσοτικοποιήσει
quantified
quantitated
ποσοτικοποίησης
quantification
quantify
quantitation
quantization
ποσοτικού προσδιορισμού
quantification
quantifying
quantitative assessment
assay
quantitative determination
quantitation
ποσοτικός προσδιορισμός
quantification
quantifying
quantitative assessment
assay
quantitative determination
quantitation

Examples of using Quantifying in English and their translations into Greek

{-}
  • Colloquial category close
  • Official category close
  • Medicine category close
  • Ecclesiastic category close
  • Financial category close
  • Official/political category close
  • Computer category close
The difficulty is in quantifying that value.
Η δυσκολία έγκειται στην μέτρηση αυτής της αξίας.
These errors in quantifying the value of a constantly changing waveform are called quantisation errors.
Αυτά τα σφάλματα στην ποσοτικοποίηση της τιμής μιας συνεχώς μεταβαλλόμενης κυματομορφής καλούνται σφάλματα ποσοτικοποίησης..
Out of that experience grew Pentland's infatuation with quantifying how people speak,
Αυτή η εμπειρία κορύφωσε το ενδιαφέρον του Pentland για τον ποσοτικό προσδιορισμό του τρόπου με τον οποίο επικοινωνεί ο κόσμος,
companies is the complexity of cyber risks and quantifying their associated losses.
τις εταιρείες είναι η πολυπλοκότητα των κινδύνων του κυβερνοχώρου και η ποσοτικοποίηση των συναφών απωλειών.
A defined process for quantifying and modeling the output of a process relative o its input variables.
Μια καθορισμένη διαδικασία για τον ποσοτικό προσδιορισμό και την μοντελοποίηση της εξόδου μιας διαδικασίας σχετικής o μεταβλητές εισόδου του.
Quantifying these will provide insight into the effects of recent trends
Ποσοτικοποιώντας αυτές τις συμπεριφορές μπορεί να εξασφαλιστεί βαθιά γνώση των τελευταίων τάσεων
Brand Finance bridges the gap between marketing and finance by quantifying the financial value of brands.
Η Brand Finance γεφυρώνει το χάσμα μεταξύ του μάρκετινγκ και των οικονομικών με την ποσοτικοποίηση της οικονομικής αξίας μιας μάρκας.
The methodology for quantifying the‘amounts at risk' in the synthesis report has changed in comparison with previous years.
Η μεθοδολογία για τον ποσοτικό προσδιορισμό των«ποσών σε κίνδυνο» στη συγκεφαλαιωτική έκθεση έχει αλλάξει σε σύγκριση με τα προηγούμενα έτη.
In a press release, the ETC said it had published a report quantifying the potential impacts of visa facilitation for Chinese travelers on European tourism.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή Ταξιδιών(ETC) δημοσίευσε έκθεση με την οποία ποσοτικοποιείται ο δυνητικός αντίκτυπος της διευκόλυνσης της χορήγησης βίζας για τους ταξιδιώτες από την Κίνα στην Ευρώπη.
Candidates should come equipped with specific examples of how they contributed to the success of other organizations, quantifying results whenever possible.
Οι υποψήφιοι θα πρέπει να έχουν συγκεκριμένα παραδείγματα για το πώς συνέβαλαν στην επιτυχία άλλων οργανισμών, ποσοτικοποιώντας τα αποτελέσματα όποτε είναι δυνατόν.
The marketing authorization holder should provide a suitable system for quantifying active ingredient at blending stage as soon as feasible.
Ο Κάτοχος Άδειας Κυκλοφορίας πρέπει να παρέχει ένα κατάλληλο σύστημα για την ποσοτικοποίηση του δραστικού συστατικού στο στάδιο της ανάμιξης, το συντομότερο δυνατό.
clinicians can assess neuromuscular control by quantifying the ability to maintain dynamic bilateral
του συγκεκριμένου συστήματος ισορροπίας, αξιολογούμε το νευρομυϊκό έλεγχο, μετρώντας την ικανότητα του ασθενή να διατηρεί δυναμική διποδική
has published a report quantifying the potential impacts of visa facilitation for Chinese travelers on European tourism.
δημοσίευσε έκθεση με την οποία ποσοτικοποιείται ο δυνητικός αντίκτυπος της διευκόλυνσης της χορήγησης βίζας για τους ταξιδιώτες από την Κίνα στην Ευρώπη.
Come equipped with specific examples of how you contributed to the success of other organizations, quantifying results whenever possible.
Οι υποψήφιοι θα πρέπει να έχουν συγκεκριμένα παραδείγματα για το πώς συνέβαλαν στην επιτυχία άλλων οργανισμών, ποσοτικοποιώντας τα αποτελέσματα όποτε είναι δυνατόν.
2013 have been adjusted using our updated approach for quantifying serious public procurement errors.
σφάλματος για τα έτη 2012 και 2013 αναπροσαρμόστηκαν βάσει της επικαιροποιημένης προσέγγισης που εφαρμόζουμε για τον ποσοτικό προσδιορισμό των σοβαρών σφαλμάτων στον τομέα των δημόσιων συμβάσεων.
extracting comparable results, quantifying qualitative data.
εξαγωγής συγκρίσιμων αποτελεσμάτων, ποσοτικοποίηση ποιοτικών δεδομένων.
To this end, we are now committed to developing and quantifying the parameters of quality of care for other centers to monitor.
Για το σκοπό αυτό, δεσμευόμαστε να αναπτύξουμε και να ποσοτικοποιήσουμε τις παραμέτρους της ποιότητας της περίθαλψης, που πρέπει να αξιολογούνται σε όλα τα άλλα κέντρα.
clinicians can assess neuromuscular control by quantifying the patient's ability to maintain dynamic postural stability on a static
του συγκεκριμένου συστήματος ισορροπίας, αξιολογούμε το νευρομυϊκό έλεγχο, μετρώντας την ικανότητα του ασθενή να διατηρεί δυναμική διποδική και μονοποδική στήριξη,
In a press release on Tuesday, the ETC said it had published a report quantifying the potential impacts of visa facilitation for Chinese travellers on European tourism.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή Ταξιδιών(ETC) δημοσίευσε έκθεση με την οποία ποσοτικοποιείται ο δυνητικός αντίκτυπος της διευκόλυνσης της χορήγησης βίζας για τους ταξιδιώτες από την Κίνα στην Ευρώπη.
Bessell specified a set of filter transmissions for a flat response detector, thus quantifying the calculation of the color indices.
Bessell καθόρισε ένα σύνολο από διαπερατότητες φίλτρων σε σχέση με έναν ανιχνευτή με απόκριση ανεξάρτητη του χρώματος, ποσοτικοποιώντας έτσι τον υπολογισμό των δεικτών χρώματος.
Results: 333, Time: 0.085

Top dictionary queries

English - Greek