Examples of using Gone wrong in English and their translations into Greek

{-}
  • Colloquial category close
  • Official category close
  • Medicine category close
  • Ecclesiastic category close
  • Financial category close
  • Official/political category close
  • Computer category close
Terrorist attack, military experiment gone wrong-.
Τρομοκρατική επίθεση, στρατιω- τικό πείραμα που δεν πήγε καλά.
Everything that's gone wrong is because of you.
Ό, τι έχει πάει στραβά είναι εξαιτίας σου.
Now it looks as though it's all gone wrong for him.
Τώρα φαίνεται σαν να είναι όλα πήγαν στραβά για τον ίδιο.
His wife was killed-- robbery gone wrong.
Η γυναίκα του σκοτώθηκε σε μια ληστεία που στράβωσε.
To us, a cool love means something which has gone wrong.
Και κάτι έχει συμβεί με αυτή την ελευθερία, κάτι έχει πάει λάθος.
Drug robbery gone wrong.
Μια ληστεία ναρκωτικών πήγε στραβά.
You're an experiment gone wrong.
Είσαι το αποτέλεσμα ενός πειράματος που δεν πήγε καλά.
Something has gone wrong with forgiveness.
Κάτι έχει πάει στραβά με τη συγχώρηση.
In a world gone wrong, then simply gone, your mind was refuge.
Σε έναν κόσμο που πήγε λάθος, που μετά απλώς χάθηκε το μυαλό σου ήταν καταφύγιο.
And it's all gone wrong.
Και είναι όλα πήγαν στραβά.
Illusions and idealism and love gone wrong.
Αυταπάτες, ιδεαλισμό κι έρωτα που στράβωσε.
Plastic surgery gone wrong.
Η πλαστική επέμβαση πήγε στραβά.
Bachelor party gone wrong.
Το μπάτσελορ πάρτι δεν πήγε καλά.
This race has gone wrong for him so far.
Αυτός ο αγώνας έχει πάει στραβά για τον ίδιο μέχρι στιγμής.
Has something gone wrong with us Europeans?
Μήπως κάτι δεν πάει καλά με εμάς τους Ευρωπαίους;?
Cops say it was a drug thing gone wrong.
Οι μπάτσοι λένε πως ήταν μια ιστορία με ναρκωτικά που πήγε λάθος.
Here are some the worst viral videos gone wrong.
Εδώ είναι μερικές από τις χειρότερες ιογενή βίντεο που πήγαν στραβά.
You guys, this was a ransom gone wrong.
Παιδιά πρόκειται για απαγωγή που στράβωσε.
Social experiment gone wrong.
Ένα κοινωνικό πείραμα που πήγε στραβά.
Business deal gone wrong.
Μια εμπορική συμφωνία δεν πήγε καλά.
Results: 438, Time: 0.1466

Word-for-word translation

Top dictionary queries

English - Greek